Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2008

Η σύλληψη του προδότη Συμεωνίδη

Η σύλληψη του προδότη Συμεωνίδη

Η δράση του αντιστασιακού Σπιθούρη Μανόλη δεν εξαντλείται μόνο στο σαμποτάζ της Δαμάστας και στον τραυματισμό του. Ανέλαβε πολλές αποστολές στα χρόνια της Κατοχής τις οποίες πάντα έφερε σε τέλος.

Παραθέτω μία ανέκδοτη επιστολή των οπλαρχηγών Σπιθούρη Μανόλη και Τηλέμαχου Χαιρέτη, η οποία αναφέρεται στην σύλληψη του προδότη Συμεωνίδη από τα Δωδεκάνησα.

Η επιστολή στάλθηκε στον Δημήτριο Κίππη για να χρησιμοποιηθεί απ’αυτόν στην έκδοση του βιβλίου του

“ΑΠΟ ΤΟΝ ΨΗΛΟΡΕΊΤΗ ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ – ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΚΡΗΤΗΣ” Αθήνα 1981

Αντίγραφο της επιστολής μου παρέδωσαν τα παιδιά του Μανόλη Σπιθούρη, Βασίλης Εμμ. Σπιθούρης και Μιχάλης Εμμ. Σπιθούρης στα Ανώγεια στις 21 Απρίλη 2003, για να δημοσιευτεί σε τούτο το αφιέρωμα για τον πατέρα τους Μανόλη Σπιθούρη. Η επιστολή δεν έχει ημερομηνία, αλλά από τα γραφόμενα και το ότι αναφέρεται ο κ. Μανόλης Κεφαλογιάννης σαν υπουργός, θα έχει γραφτεί τα έτη 1977-1980.

…Αγαπητέ Κύριε Δημήτριε Κίππη

Σας αποστέλλομεν την παρακάτω επιστολήν δια τον απλό λόγο ότι εκδίδεται ένα βιβλίο το οποίο αναφέρει περιστατικά που συνέβησαν κατά την περίοδον της Γερμανικής Κατοχής

( 1941-1945 ) στην νήσον Κρήτη και τα οποία έζησαν άνθρωποι διαφορετικοί από εκείνους οι οποίοι γράφονται σε ορισμένα κυκλοφορούντα βιβλία ότι τα έζησαν.

Θα αναφερθούμε στο περιστατικό της απαγωγής του γκεσταμπίτη Συμεωνίδη Αναστασίου ή Καζάκο ο οποίος έδρασε στην Κρήτη με ορμητήριο το Ηράκλειο.

Η απαγωγή και η σύλληψη του αδυσώπητου προδότη Αναστασίου Συμεωνίδη ο οποίος ήτο συνεργάτης της Ιταλικής κατασκοπείας με αρχηγό τον στρατηγό Κάρτα και τον Ταβάνα, είχαν δε οι προηγούμενοι Ιταλοί τον νομόν Λασιθίου στη δικαιοδοσία τους και ως έδρα τους την πόλη του Αγίου Νικολάου.

Κατά το έτος 1943 στην Ιταλία συνέβησαν ορισμένα γεγονότα γνωστά πλέον εις όλους μας, τα οποία ανάγκασαν τους ανωτέρω Ιταλούς να παραδώσουν εις τους συμμάχους και δια τους οποίους εφρόντισε ο αρχηγός της Αγγλικής κατασκοπείας στην Κρήτη να τους αποστείλει στη Μέση Ανατολή τον Σεπτέμβριον του 1943. Υπήρχε λοιπόν και υπάρχει η απορία του γιατί ο Συμεωνίδης δεν έφυγε αλλά ανεξάρτητα από αυτό τα γεγονότα είναι τα εξής :

Μεταξύ αυτών που έμειναν στην Κρήτη και δεν κατόρθωσαν να μεταφερθούν στην Μέση Ανατολή ήταν και ο αείμνηστος ιατρός φυματιολόγος Εμμαν. Νικ. Μανδαλενάκης, καταγόμενος εκ Κορφών Μαλεβυζίου.

Στον ιατρό Μανδαλενάκη ο Συμεωνίδης άσκησε πιέσεις καθώς και πολλές απειλές, ο οποίος φοβόταν ότι ο Συμεωνίδης θα τον πρόδιδε στους Γερμανούς για την πατριωτική του δράση και φυσικά ότι θα τον εκτελούσαν εν ψυχρώ. Ο γιατρός τότε μη βρίσκοντας άλλο τρόπο να γλυτώσει την οριστική καταδίκη του που του επεφύλασε ο Συμεωνίδης του έδωσε τρεις ή τέσσερις λίρες χρυσές για προσωπική βοήθεια του Συμεωνίδη και για τον λόγο ότι ο γιατρός χρειαζόταν χρόνο έως ότου ξεφύγει.

Ο Συμεωνίδης ευθύς αμέσως ανέλαβε δράση εναντίον των Ελλήνων πατριωτών. Αυτός οτιδήποτε γνώριζε για την Αντίσταση Αγγλική και Ελληνική τα είπε όλα στους Γερμανούς. Μεταξύ αυτών κυνηγούσε τον Μιχαήλ Ακουμιανάκη, αρχηγό στην Αντικατασκοπία εις Ηράκλειον Κρήτης.

Ήταν τρομερά επικίνδυνος και είχε δημιουργήσει ένα κλοιό που δύσκολα ξέφευγε κανείς από τα χέρια του. Γι’αυτό και το στρατηγείο της Μέσης Ανατολής έδωσε εντολή να συλληφθεί αντί πάσης θυσίας, ζωντανός για να προσκομίσουμε ωφέλιμα στοιχεία χρήσιμα για την Αντίσταση και γιατί ήταν δοσίλογος και βασανιστής. Και να απαλλαγεί η Κρήτη από αυτόν τον τύραννο. Αυτός Δε ήταν γύρω στο 1.70, αθλητικό σώμα και μάλλον αθλητής δεν ξέρουμε σε τι άθλημα επιδίδετο.

Για να γίνει η σύλληψη του εξουσιοδοτήσανε τον Μανόλη Βασ. Κεφαλογιάννη ή Κοντομανόλη, νυν βουλευτή να βρει τον κατάλληλο άνθρωπο να τον προσεταιριστεί και να μπει στα ίχνη του καταζητούμενου και να μας τον πλησιάσει και να γίνει ευκολότερη η σύλληψη.

Ως εκ τούτου επέλεξε τον Κων/νο Χαραλ. Μπύρη ( κρεοπώλη ) κάτοικον Ηρακλείου, έφεδρος αξιωματικός. Ο Μπύρης εκατόρθωσε να βγάλει σε πέρας την αποστολή που του ανέθεσε ο Μανόλης Κεφαλογιάννης.

Αρχή της αποστολής

Στις 14 Απριλίου 1944 την ημέρα του Πάσχα, εις το λημέρι της ανταρτικής ομάδας Ψηλορείτης εις θέσιν Πετροδολάκια εδόθη υπό του αρχηγού αυτής και επιτελείου Καπετάν Μιχαήλ Χρ. Ξυλούρη ή Χριστομιχάλη και από τον αρχηγό Δραμουντάνη Γεώργιο ή Στεφανογιώργη, του Νικ. Γ. Σταυρακάκη ή αεροπόρου, του Ιωάννου Γρηγ. Χαιρέτη ή Γρηγορογιάννη εφέδρου αξιωματικού, στρατιωτικού υπευθύνου της ομάδος και του Ιωάν. Εμμ. Σκουλά ή Παπαγιάννη ιερέως.

Όλοι αυτοί έλαβον την εντολή από το Στρατηγείο για την σύλληψη του Συμεωνίδη.

Ο Μανόλης Βασ. Κεφαλογιάννης μας πληροφόρησε στο λημέρι ότι όλα ήταν έτοιμα για να γίνει η επιχείρησις. Η ομάδα αντιστάσεως Ψηλορείτης έδωσε εντολή στον Τηλέμαχο Χαιρέτη του Γρηγορίου μαζί με τον Μαν. Βασ. Κεφαλογιάννη να πάνε και να βρούνε τον Εμμανουήλ Βασ. Σπιθούρη ή Ταμπακομανόλη για να πάνε στην αποστολή τον οποίο και συναντήσαμε την ίδια μέρα του Πάσχα στη θέση Βρουλίδια όπου έμενε προσωρινά. Ο Σπιθούρης εδέχθη αμέσως μαζί με τον Τηλέμαχο Χαιρέτη να εκτελέσουν την απαγωγή και σύλληψη του τυράννου.

Το βράδυ Σπιθούρης και Χαιρέτης τράβηξαν στο σημείο που είχε καθορίσει ο Κεφαλογιάννης, να συναντηθούνε στο Μετόχι Αγάκω των Κεφαλογιάννηδων, εκεί θα συναντούσαμε και τους υπόλοιπους βοηθούς για την σύλληψη του Συμεωνίδη.

Φεύγοντας από τα Ανώγεια Σπιθούρης και Χαιρέτης εβαδίσανε νύχτα περάσανε το χωριό Τύλισος, Καβροχώρι Κολυβά Μετόχι, τη διαδρομή δε γνώριζε άριστα ο Μανόλης Σπιθούρης. Επειδή πολλά εχθρικά περίπολα κυκλοφορούσαν σκεφτήκαμε να κάνουμε χρήση των όπλων μας. Εκεί πλησίον εις Τσαλικάκι ήτο Γερμανοί και το λατομείο πλησίον στο Μετόχι Κεφαλογιάννη και σε πολλά άλλα σημεία Γερμανικές φρουρές αν ερχόμεθα σε επαφή με τα εχθρικά περίπολα να κάναμε χρήση των όπλων μας. Ευτυχώς δεν συνέβη τίποτα και το πρωί πλέον είχε αποκατασταθεί η επαφή μας με τους συνεργάτες μας οι οποίοι έλαβον μέρος στην αποστολή και ήταν :

Τηλέμαχος Γρηγ. Χαιρέτης

Εμμαν. Βασ. Σπιθούρης

Εμμαν. Βασ. Κεφαλογιάννης ή Κοντομανόλης νυν βουλευτής

Κων/νος Ιωάν. Κεφαλογιάννης ή Τσουρόκωστας

Εμμαν. Γεωργ. Ξημέρης ή Μπαχρής

Εμμανουήλ Γεωργ. Κοντόκαλος

Νικολ. Μιχ. Κεφαλογιάννης ή Καμπουρονίκος

Γεώργ. Δημ. Κεφαλογιάννης ή Τσουρογιώργης

Γεώργ. Βασ. Κεφαλογιάννης ή Γιωργαντάς

Την πρώτη μέρα όπου έχει αποφασιστεί να γίνει η σύλληψη δεν πραγματοποιήθηκε διότι δεν έχει κατορθώσει ο Μπύρης να φέρει τον Συμεωνίδη σε σημείο ώστε να γίνει κατωρθωτή η απαγωγή του.

Την επόμενη ημέρα 6 με 6.30, οι σκοποί ανήγγειλαν την άφιξή του. Εμείς είχαμε επιλέξει κατ’υπόδειξη των συνεργατών μας μια σπηλιά εις θέσιν Βελόνι Κεφάλι. Στην σπηλιά είχαμε βάλει μια μαύρη αγελάδα και πρόβατα παρά δίπλα δήθεν πως ήταν κλεμμένα και να τον φέρει ο κασάπης δηλ. ο Μπύρης για να τα διαπραγματευτεί και να τ’άγοράσει. Μέσα στην σπηλιά είχαν κρυφτεί ο Σπινθούρης ο Ξημέρης και ο Νίκος Κεφαλογιάννης. Στην δε είσοδο ήταν ο Τηλέμαχος Χαιρέτης. Έξω από την σπηλιά και σε απόσταση εκατό ή εκατό πενήντα μέτρα είχαμε τοποθετήσει φρουρούς γιατί και οι Γερμανοί ήταν πλησίον.

Ο Συμεωνίδης χωρίς να γνωρίζει τίποτα και τι θα επρόκειτο να συμβεί, προχώρησε μέσα στην σπηλιά. Μόλις ο Συμεωνίδης αντελήφθη ότι όλα ήταν μια πρόφαση και ότι θα τον έπιαναν, αποφάσισε να δράσει δυναμικά.

Πιάστηκε λοιπόν με τον Χαιρέτη στην προσπάθειά του να φύγει και επειδή ήταν αθλητής και τεχνίτης έδωσε ένα δυνατό χτύπημα στον Χαιρέτη στο στήθος με το κεφάλι του και αμέσως ο Σπιθούρης έτρεξε για βοήθεια και ο Χαιρέτης από τον πόνο που του είχε προκαλέσει το κτύπημα που του είχε δώσει αιμορραγούσε και προσπάθησε με το στιλέτο του να τον σκοτώσει.

Όμως οι άλλοι δεν τον άφησαν γιατί τον ήθελε η ομάδα ζωντανό.

Ο Μανόλης Κεφαλογιάννης και ο Κώστας Κεφαλογιάννης ή Τσουρόκωστας εβοήθησαν για να τον δέσουμε.

Του κάναμε έρευνα, του πήραμε το όπλο που κρατούσε και άρχισε η πορεία το βράδυ για το λημέρι όπου και εφτάσαμε περί ώρα 10 το πρωί.

Εκεί είχε ειδοποιηθεί η ομάδα από τους σκοπούς ότι είχαμε φτάσει. Ο αρχηγός και οι υπόλοιποι μας είπαν δήθεν θυμωμένα γιατί τον δέσαμε και όλα αυτά για να κερδίσουν την συμπάθεια και την εμπιστοσύνη για να είναι ευκολότερη η απόσπαση πληροφοριών.

Την απολογία του όσα διέπραξε με την ιδέα να εξιλεωθεί ομολόγησε τα πάντα τα οποία και εγράφησαν από τον Ιωάννην Χαιρέτη, στρατιωτικό υπεύθυνο της ομάδος και υπάρχουν και σήμερον εις τα παιδιά του.

Όταν η ομάδα πήρε τις κατάλληλες πληροφορίες το Ανταρτοδικείο αποφάσισε να εκτελεστεί.

Εις το σημείο της εκτελέσεως ο Χαιρέτης του πρόσφερε μισή ώρα ζωής όμως αυτός δεν την αποδέχτηκε.

Αυτή είναι η αλήθεια για την απαγωγή του Συμεωνίδη και κάθε άλλο είναι περιττό ή ανακριβές.

Οι υπεύθυνοι της Αποστολής οπλαρχηγοί

Τηλέμαχος Χαιρέτης του Γρηγ.

Εμμαν. Σπιθούρης του Βασ. ή

Ταμπακομανόλης Εμμ.

Ακολουθούν οι υπογραφές των οπλαρχηγών Χαιρέτη και Σπιθούρη

Σημείωση : Στο κείμενο κράτησα την σύνταξη και ορθογραφία του πρωτότυπου κειμένου.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Ο Μανόλης Σπιθούρης ζει στο χωριό του τα Ανώγεια. Με τις αναμνήσεις του από εκείνη την εποχή, που ένοπλος στο βουνό, πολεμούσε τους κατακτητές. Έχοντας ήσυχη τη συνείδησή του κάνοντας το χρέος του προς την Πατρίδα. Μια πατρίδα πολύπαθη και βασανισμένη. Μέσα στην καρδιά των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης.

Γι’αυτό όταν τραυματίστηκε βαριά και οι σύντροφοί του, αλλά και ο ίδιος, ξέροντας ότι έχει μόνο λίγες ώρες ζωής, τον τοποθέτησαν στην σκιά ενός πρίνου για να πεθάνει, τα λόγια που βγήκαν αυθόρμητα από μέσα του δεν μπορούσαν να ήταν διαφορετικά :

- Εμένα η υπόθεσή μου έληξε, μόνο να μου χαιρετάς τσι αρχηγούς μας και να πεις στο σπίτι μας στσι δικούς μου να μην στενοχωρούνται, διότι εγώ είμαι τυχερός γιατί χάνομαι για την Πατρίδα.

Λόγια προς τον φίλο του Κώστα Κεφαλογιάννη για τους δικούς του ανθρώπους.

Όμως η αδάμαστη ψυχή του Σπιθούρη τα κατάφερε στο τέλος. Επέζησε από τον βαρύτατο τραυματισμό του πηγαίνοντας από τρύπα σε τρύπα όπως είπε, σε πείσμα και της ιατρικής επιστήμης.

Αυτές τις μέρες γιορτάζουμε την 62η επέτειο από την μάχη της Κρήτης και την Αντίσταση του κρητικού λαού στους κατακτητές. Στα σχολεία μας και στους μαθητές μας θα μιλήσουμε και θα γιορτάσουμε την επέτειο με όλο το σεβασμό και την τιμή που της αξίζει.

Αν διάλεξα τούτες τις μέρες να γράψω για τον Ταμπακομανόλη είναι γιατί η ιστορία του διδάσκει το τρίπτυχο της ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ.

Πατριωτισμός,

Αυτοθυσία,

Ανιδιοτέλεια.

Αγάπη για την πατρίδα από τους αγωνιστές, θυσία του εαυτού τους πρώτα απ’όλα και των οικογενειών τους και τέλος, χωρίς ποτέ για τον αγώνα τους αυτό, να δεχτούν ανταλλάγματα.

Κλείνω, με ένα τραγούδι που αρέσει στον Ταμπακομανόλη και το έχει γράψει ο Μανόλης Μανουράς ή Κουρκουτάκης :

Ανωγειανός Αντάρτης

Ενετοί, Τούρκοι, Γερμανοί,

εκάψανε τ Άνώγεια

μα’γω δε θέλω τη σκλαβιά

και πιάνω τ’άρματά μου

και γίτσα γίτσα το βουνό

εβγήκα στην κορφή του

και σμίγω με τη λευτεριά.

και μου λέει,

Καλλιά σε λόφο χαμηλό

και στην κορφή του μείνε

παρά στην ρίζα ενός βουνού

όσο ψηλό κι αν είναι.



Μάης 2003

Καλογεράκης Γιώργος

Δάσκαλος του Δημοτικού Σχολείου Κασταμονίτσας







Β ι β λ ι ο γ ρ α φ ί α



1. William Stanley Moss : A War of Shadows

2. Γιώργος Χαροκόπος : Η απαγωγή του στρατηγού Κράιπε

3. Δημήτρης Κίππης : Από τον Ψηλορείτη στη σκιά του Ολύμπου

4. Έκθεσις Πεπραγμένων της Ανεξάρτητης Ανταρτικής

Ομάδος Ανωγείων

5. Αρχείο της Ανεξάρτητης Ανταρτικής Ομάδος Ανωγείων

6. Κατερίνα Ξυλούρη : Συλλογή ( τραγούδια )

7. Γιώργου Καλογεράκη : Χωματόσπηλιος ( άρθρο στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ στις 29/8/2002

8. Μάρκος Πολιουδάκης : Η Εθνική Αντίσταση 1941-1945

9. Γεώργιος Κάββος : Γερμανοϊταλική Κατοχή και Αντίσταση Κρήτης 1941-1945

10. Προφορική διήγηση του Μανόλη Σπιθούρη ή Ταμπακομανόλη ( 2,16/2/2003 )

11. Νικολάου Ζ. Στεφανάκη : Δαμάστα 1944, αναζητώντας την ιστορική αλήθεια ( άρθρο στην εφημερίδα ΑΛΛΑΓΗ στις 12,13/8/1989

12. Εφημερίδα ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ : Σελίδες από το ημερολόγιο του Κωστή Κεφαλογιάννη ( άρθρο στις 10,11/11/2001 )

13. Εφημερίδα ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ : Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ για τον Κουντόκωστα ( άρθρο στις 27/11/2001 )

14. Αντώνης Σανουδάκης : Γιώργου Τυράκη-επιχείρηση Κράιπε


πηγή: http://www.patris.gr/articles/8691/2014

Η Mάχη της Κρήτης και η Αντίσταση

Η Mάχη της Κρήτης και η Αντίσταση

Του Γιώργου Καλογεράκη δάσκαλου

Άνθρωποι από τέσσερις διαφορετικούς λαούς, στο κοινό όραμα της Ελευθερίας, δημιούργησαν τον Μάιο του 1941 αυτό που έχει μείνει στην ιστορία μας σαν «έπος της Κρήτης».

Κρητικοί, Νεοζηλανδοί, Αυστραλοί και Άγγλοι, προέταξαν τα στήθη τους εμπόδιο στον ναζισμό για δέκα μέρες, από τις 20 μέχρι τις 30 Μαΐου 1941 στην πιο σκληρή μάχη της ιστορίας. Στα Χανιά, στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο αντιμετώπισαν έναν εχθρό ο οποίος ερχόταν από τον ουρανό.

Σ’έναν πόλεμο που είχε αρχίσει την 1η Σεπτεμβρίου 1939 με την εισβολή των Γερμανών στην Πολωνία. Είχε προηγηθεί η προσάρτηση της Αυστρίας και της Σλοβακίας. Ακολούθησε η κατάληψη της Νορβηγίας, της Δανίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου, του Λουξεμβούργου. Η Γαλλία υπέκυψε κι αυτή στις δυνάμεις του άξονα για να φτάσει ο Απρίλης του 1941 που ο Χίτλερ στράφηκε κατά της Ελλάδας. Τον Μάη του 1941 το μόνο ελεύθερο κομμάτι γης της Ευρώπης ήταν ένα νησί. Η Κρήτη.

…Ως ορμητήριο για την διεξαγωγή του από αέρος πολέμου κατά της Αγγλίας στην Ανατολική Μεσόγειο, πρέπει να προετοιμασθεί η κατάληψη της νήσου Κρήτης. Γι’αυτό πρέπει να ξεκινήσομε από το ότι όλη η ηπειρωτική Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης και της Πελοποννήσου, βρίσκεται στα χέρια των δυνάμεων του Άξονα.

Για την εκτέλεση της διαταγής επιφορτίζω την Ανωτάτη Διοίκηση της Αεροπορίας, η οποία για τον σκοπό αυτό θα χρησιμοποιήσει κυρίως το σώμα των Αλεξιπτωτιστών και τα σώματα της αεροπορίας, που έχουν τοποθετηθεί στον χώρο της Μεσογείου…

Αυτά έλεγε μεταξύ άλλων η διαταγή της 25ης Απριλίου 1941 με την υπογραφή του Αδόλφου Χίτλερ για την επιχείρηση Ερμής. Μοναδικός σκοπός της επιχείρησης η από αέρος με δυνάμεις αλεξιπτωτιστών κατάληψη της Κρήτης.

Οι Κρητικοί στρατιώτες δεν είχαν καταφέρει να επιστρέψουν από το Αλβανικό μέτωπο. Η αποστολή των Γερμανών φαινόταν εύκολη. Ο λαϊκός ποιητής είπε :

Κρήτη κι η Μεραρχία σου αν ήτανε κοντά σου

δε θα πατούσε Γερμανός τ’άγια χώματά σου

Όμως, τι κι αν οι στρατιώτες μας, δεν έδωσαν το παρόν. Ο ξεσηκωμός του λαού ήταν εντυπωσιακός. Άλλοι στίχοι τραγουδιού προτρέπουν :

Στιγμή να μην αφήσομε την Κρήτη να πατήσει

ζάλο και μπότα Γερμανού να τηνε μαγαρίσει

Αλλά έπεσε δυστυχώς η Κρήτη στα χέρια του εχθρού. Όμως το τίμημα ήταν βαρύ. Επίλεκτες γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις βγήκαν εκτός μάχης. Στην διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και στην συνέχεια των πολεμικών επιχειρήσεων, ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκε ξανά το σώμα των αλεξιπτωτιστών.

Μετά την μάχη, στις 2 Ιουνίου 1941, ο Ιούλιος Ρίγκελ, διοικητής της 5ης Ορεινής Μεραρχίας, διάταξε να συγκεντρωθούν όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί και οπλίτες με τον οπλισμό τους στο προσωρινό στρατόπεδο στο χωριό του Δήμου Καζαντζάκη Πεζά. Αρκετοί αξιωματικοί και στρατιώτες στο μεταξύ είχαν ντυθεί με πολιτική ενδυμασία. Πράγματι συγκεντρώθηκαν στα Πεζά με τον οπλισμό τους και παραδόθηκαν στους Γερμανούς.

Ένας ένας οι αξιωματικοί και οι οπλίτες διατάχτηκαν να πλησιάζουν την πόρτα της εκκλησίας και άφηνε στο εσωτερικό της τα όπλα του.

Στα Πεζά βρισκόταν και ο Υποστράτηγος Λιναρδάκης που είχε υπογράψει την συνθηκολόγηση με τον Συνταγματάρχη Μπρούνο Μπρώυερ. Ένας Αυστριακός αξιωματικός, διευθυντής του 2ου Γραφείου πληροφοριών, μιλώντας στα Γαλλικά έκανε έναν διάλογο με τον Λιναρδάκη που αξίζει να αναφερθεί.

-Γιατί πολέμησαν οι πολίτες της Κρήτης εναντίον των δυνάμεών μας ενώ αυτό δεν έγινε στην υπόλοιπη Ελλάδα ; ρώτησε ο Αυστριακός.

-Γιατί εμείς οι Κρητικοί είμαστε ένας λαός που στη διάρκεια της ιστορίας μας είχαμε πολλούς εχθρούς. Όλοι αυτοί ήθελαν να μας υποτάξουν, να πάρουν τον τόπο μας. Τούρκοι, Ενετοί, Άραβες, Ρωμαίοι. Και οι Κρητικοί ξέρουν να πολεμούν, απάντησε ο Λιναρδάκης. Άλλωστε, συνέχισε, ο ίδιος ο αρχηγός σας ο Χίτλερ λέει ότι λαός που δεν πολεμά για την ελευθερία του δεν πρέπει να έχει ελευθερία. ( Γ. Κάββος, Γερμανοϊταλική Κατοχή και Αντίσταση Κρήτης, σελ. 28).

Και έμεινε άναυδος ο Αυστριακός. Οι κρατούμενοι αξιωματικοί και οπλίτες που ήταν περίπου 1000 άτομα, οδηγήθηκαν τελικά από το στρατόπεδο των Πεζών στα Χανιά και κλείστηκαν σε περιφραγμένο χώρο στην παραλία των Αγίων Αποστόλων.

Σχεδόν αμέσως με την κατάληψη της Κρήτης άρχισε και το αντάρτικο. Ολιγομελείς ομάδες στην αρχή και κατόπιν περισσότεροι ανέβηκαν στα βουνά και άρχισαν να μάχονται τον εχθρό. Ο Μανόλης Μπαντουβάς με τα αδέρφια του, ο Πετρακογιώργης, ο Αντώνης Γρηγοράκης ή Σατανάς, η Ανεξάρτητη Ομάδα Ανωγείων, η Κρητική Επαναστατική Επιτροπή του Δημοσθένη Ραπτόπουλου, η ΕΟΡ Ρεθύμνου, οι Αντιστασιακές ομάδες στα Χανιά και στο Λασίθι.

Οι Γερμανοί αντιδρούσαν με εκτελέσεις, φυλακίσεις, βασανισμούς. Νόμιζαν ότι μ’αυτόν τον τρόπο θα κάμψουν τους Κρητικούς. Και διάλεγαν τα καλύτερα βλαστάρια και τα έστηναν στο απόσπασμα. Όπως έγινε με τον Παναγιώτη Μπέρκη από το διπλανό χωριό Μεταξοχώρι, έναν γενναίο νεαρό με σπουδές στο Πανεπιστήμιο και λαμπρό μέλλον. Όπως έγινε με τον Λευτέρη Κουρουπάκη από το Χουδέτσι. Όπως με χιλιάδες άλλους.

Στις 26 Απριλίου 1944 όπως είναι γνωστό απήχθη ο Στρατηγός Κράιπε. Μετά από μια περιπετειώδη καταδίωξη των απαγωγέων, στις 15 Μαΐου 1944 κατορθώθηκε η επιβίβασή τους σε σκάφος επιφανείας και η μεταφορά τους τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας στο λιμάνι της Μάσα Ματρούχ. Την επομένη ημέρα 16 Μαΐου ολόκληρος ο συμμαχικός τύπος και τα ραδιόφωνα έπαιζαν το γεγονός. Οι εφημερίδες μάλιστα χρησιμοποίησαν και πολλές φωτογραφίες. Οι Γερμανοί πείθονται ότι ο στρατηγός τους έχει μεταφερθεί στην Μέση Ανατολή. Μέχρι τότε πίστευαν ότι είναι ακόμα στην Κρήτη.

Ο Μπρώυερ πρέπει να αντιδράσει. Έτσι τέλη Μαΐου στέλνει στρατό κατά τμήματα λόχων και γίνεται η κύκλωση στο Μονοδένδρι. Η πρώτη ενέργεια των Γερμανών για αντίποινα μετά την απαγωγή του Κράιπε. Τα χωριά Κυπαρίσσι, Πυργού, Καλού, Γαλένι, Ρουκάνι, Γέννα, Μελιδοχώρι, Δαμάνια, Αρκάδι, Καρκαδιώτισσα, κυκλώνονται, εξερευνούνται και συλλαμβάνονται όλοι οι άντρες που βρίσκονται μέσα στον κλοιό. Οδηγούνται στην Μονή Επανωσήφη και από εκεί στο Χουδέτσι και κλείνονται στο Σχολείο. Με την βοήθεια των Χουδετσανών πολλοί καταφέρνουν να δραπετεύσουν. Οι υπόλοιποι την 1η Ιουνίου οδηγούνται στο Ηράκλειο στον προμαχώνα Μαρτινέγκο. Εκεί έχουν οδηγηθεί και οι Εβραίοι της Κρήτης, (οι περισσότεροι ήταν από τα Χανιά), και Κρητικοί πατριώτες από άλλα μπλόκα. Οι Γερμανοί βάζουν στην σειρά τους κρατούμενους. Ζητούσαν ταυτότητες. Όσες ταυτότητες έγραφαν Σκουλάς ή Ξυλούρης ο ιδιοκτήτης τους πήγαινε στην άκρη. Όταν έφτασε η σειρά του Μιχάλη Σκουλά η Μίχαλου, ζητούν την ταυτότητά του. Ο Μίχαλος τότε ήταν 16 ετών. Το παιδί βλέποντας τους Σκουλάδες και τους Ξυλούρηδες να τοποθετούνται ξεχωριστά λέει ένα άλλο επίθετο. Και δεν πηγαίνει με τους άλλους Σκουλάδες. Έτσι σώζεται. Γιατί οι Σκουλάδες και οι Ξυλούρηδες επιβιβάστηκαν στο λιμάνι του Ηρακλείου σε ένα πλοίο μαζί με τους Εβραίους, τους Ιταλούς και τους άλλους Κρήτες πατριώτες και χάθηκαν.

Το πλοίο που επιβιβάστηκαν οι Κρήτες και οι Εβραίοι ήταν πλοιοκτησίας Στέφανου Παν. Συνοδινού. Αγοράστηκε το 1935 αντί του ποσού των 3800 λιρών Αγγλίας. Ονομάστηκε Τάναϊς από τον πλοιοκτήτη που του άρεσε να ονοματίζει τα καράβια του με ονόματα ποταμών της Ρωσίας. Ο ποταμός λοιπόν Τάναϊς (που βρίσκεται στο εσωτερικό της Ρωσίας), έδωσε το όνομά του στο πλοίο. Με πλοίαρχο το Μιλτιάδη Νικ. Παπαγγελή, την 17η Μαΐου 1941 είχε καταπλεύσει στην Σούδα με φορτίο ξυλείας προερχόμενο από τον Πειραιά. Την 26η Μαΐου εξακολουθούσε να παραμένει αγκυροβολημένο στη Σούδα, όταν τις πρωινές ώρες της ημέρας αυτής βομβαρδίστηκε από γερμανικά αεροπλάνα και βυθίστηκε σε πολύ μικρό βάθος. Στη συνέχεια το πλοίο ανελκύστηκε και επισκευάστηκε από τους γερμανούς και χρησιμοποιείτο για δικές τους μεταφορές με το ίδιο όνομα Τάναϊς.

Σ’αυτό το πλοίο το πρωί της 9ης Ιουνίου 1944 οι Γερμανοί επιβίβασαν τους Εβραίους της Κρήτης (περίπου 300 άτομα) και τους Κρητικούς που είχαν συλλάβει σε μπλόκα (περίπου 250 άτομα). Φόρτωσαν ακόμα και κάμποσους Ιταλούς. Προορισμός του πλοίου ήταν το λιμάνι του Πειραιά. Από τον Πειραιά οι Γερμανοί θα μετέφεραν τους ομήρους στο στρατόπεδο Μαουτχάουζεν. Τελικά το πλοίο βυθίστηκε ανοιχτά της Σαντορίνης και παρέσυρε στον βυθό τις 600 ψυχές που κουβαλούσε. Για την βύθιση του Τάναϊς οι απόψεις είναι διισταμένες. Άλλοι ιστορικοί ισχυρίζονται πως βυθίστηκε από τους ίδιους τους Γερμανούς και άλλοι ότι αυτό έγινε από τους συμμάχους.

Ο Γιάννης Μουρέλλος ισχυρίζεται ότι το πλοίο βούλιαξαν οι ίδιοι οι Γερμανοί. Την ίδια γνώμη έχει και ο Ρεθύμνιος ιστορικός ερευνητής Μάρκος Πολιουδάκης. Ο Μάρκος Πολιουδάκης αναφέρει ότι ο Μπρόγερ, αργότερα όταν δικαζόταν, στην απολογία του είπε ότι συνέλαβαν 300 Εβραίους τους οποίους έβαλαν στα αμπάρια του πλοίου ΤΑΝΑΪΣ μαζί με 200 Κρητικούς. Είπε ακόμη ότι το πλοίο βυθίστηκε αύτανδρο και ότι για την σύλληψη και καταβύθιση των Εβραίων της Κρήτης εκδόθηκε απόφαση στη δίκη της Νυρεμβέργης και αντί του Χίμλερ καταδικάστηκε ο Κρόζενμπεργκ.

Ο Γεώργιος Κάβος πιστεύει κι αυτός ότι το πλοίο Τάναϊς το βούλιαξαν οι ίδιοι οι Γερμανοί και το αναφέρει στο βιβλίο του «Γερμανοϊταλική Κατοχή και Αντίσταση Κρήτης».

Ο Χρήστος Ντούνης στο βιβλίο του «τα ναυάγια στις Ελληνικές Θάλασσες» αναφέρει για πρώτη φορά ότι το Τάναϊς βούλιαξε «…περί ώρα 03.00 και βυθίστηκε από το βρετανικό υποβρύχιο VIVID σε στίγμα 35ο – 40΄ Βόρειο και 25ο – 11΄ Ανατολικό».

Θα χρησιμοποιήσω ένα ανέκδοτο έγγραφο από το αρχείο της ιδιωτικής συλλογής του Ηρακλειώτη κ. Κώστα Μαμαλάκη. Είναι ένα συγκλονιστικό και συνάμα διαφωτιστικό έγγραφο για την τύχη του πλοίου Τάναϊς. Και ανακοινώνεται σήμερα για πρώτη φορά μετά από 61 χρόνια, εδώ μπροστά στο μνημείο των πεσόντων του Αρκαδίου.

Είναι η αναφορά του βρετανού πλοιάρχου του υποβρυχίου VIVID. Το πρωτότυπο της αναφοράς υπάρχει στο Βρετανικό αρχηγείο Ναυτικού.

Σύμφωνα λοιπόν με την αναφορά του πλοιάρχου που λεγόταν Μπάρλεϋ «το υποβρύχιό του ανήκε στο Βρετανικό στόλο της Ανατολικής Μεσογείου. Εκείνη την ημέρα περιπολούσε στο Νοτιοανατολικό Αιγαίο. Το Τάναις απέπλευσε από το λιμάνι του Ηρακλείου το πρωί της 9ης Ιουνίου 1944 στις 8.32 η ώρα, συνοδεία τριών σκαφών. Στις 2.31 μετά το μεσημέρι έγινε αντιληπτό από το υποβρύχιο VIVID. Στις 3.12 το υποβρύχιο είχε πάρει την σωστή θέση σκόπευσης. Η απόσταση μεταξύ του VIVID και του Τάναϊς ήταν 2300-2700 μέτρα. Το στίγμα του ήταν 35ο – 40΄ Βόρειο και 25ο – 11΄ Ανατολικό. Το VIVID εκτόξευσε τέσσερις τορπίλες. Τον στόχο βρήκαν οι δύο από τις τέσσερις. Μετά την βύθιση του Τάναϊς το VIVID καταδύθηκε στα 80 πόδια, (σε βάθος 24 μέτρων). Εκεί, σε κατάσταση κατάδυσης παρέμεινε μέχρι τις 5.30 η ώρα το απόγευμα. Σαράντα πέντε λεπτά μετά τον τορπιλισμό του ακούστηκαν τέσσερις δυνατές εκρήξεις. Ίσως από το πολεμικό υλικό που μετέφερε στα αμπάρια του το πλοίο. Από την βυθομέτρηση που έκανε ο πλοίαρχος του υποβρυχίου Μπάρλεϋ, το Τάναϊς βυθίστηκε σε βάθος 1858 μέτρων. Το πλήρωμα του πλοίου που το αποτελούσαν Έλληνες και Γερμανοί βρέθηκε στη θάλασσα. Τα συνοδευτικά σκάφη περισυνέλεξαν τους ζωντανούς».

Αυτά γράφει ο πλοίαρχος Μπάρλεϋ για την βύθιση του Τάναϊς από το υποβρύχιό του. Οι Βρετανοί εξηγώντας την ενέργειά τους μιλούν για «μεγάλη τραγωδία».

Υπάρχει μια αναφορά στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας της χώρας μας με αριθμό 44489/2841/564/7 τον Οκτώβρη του 1946. Μιλά για 50 διασωθέντες, 20 Έλληνες και 30 Γερμανούς όλους άντρες. Δεν αναφέρει καμιά γυναίκα.. Όλοι ήταν μέλη του πληρώματος. Από τους Εβραίους τους Κρήτες και τους Ιταλούς που ήταν κλειδωμένοι στα αμπάρια δεν σώθηκε κανείς.

Για το γεγονός της βύθισης του Τάναϊς υπάρχει και ένα έγγραφο του Κούρτ – Φριτς Φον Γκρέβενιτς υπεύθυνου αξιωματικού αντικατασκοπίας της Γερμανίας προς το υπουργείο Εξωτερικών, με ημερομηνία 28 Ιούνη 1944.

« Σύμφωνα με αναφορά του διοικητή ασφαλείας πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια μεταφοράς όλων των Ελλήνων Εβραίων από την Ελλάδα στις 21 αυτού του μήνα η τελευταία αποστολή. Μ’αυτήν μεταφέρθηκαν στο Ράιχ πάνω από 2000 Εβραίοι, από τους οποίους οι 1900 προέρχονται από την Κέρκυρα. Οι πριν λίγο συγκεντρωθέντες Έλληνες Εβραίοι της Κρήτης περισσότερες εκατοντάδες, χάθηκαν στον δρόμο από την Κρήτη στην Ηπειρωτική Ελλάδα από εχθρική ενέργεια ».

Εεκείνη την σκληρή ώρα του θανάτου μία μορφή αναδύθηκε λες και βγήκε από τους αιώνιους θρύλους και τις παραδόσεις της Κρήτης. Ο Ιωάννης Σκουλάς ή Πετοπούλιος. Εφτά θυγατέρες είχε ο Πετοπούλιος και δυο γιους. Ο ένας του γιος είχε πεθάνει το 1943 και έμεινε μοναχογιός ο Χαραλάμπης. Τον είχαν πιάσει στην τυλιξά στο Μονοδέντρι οι Γερμανοί. Ο Πετοπούλιος έσφιξε την καρδιά του και αποφάσισε να συναντήσει ένα παλιό του συμπολεμιστή του Μικρασιατικού πολέμου, που όμως σ’αυτόν τον τωρινό πόλεμο είχε ντροπιάσει και τον τόπο του και τους αγώνες του. Τον Νίκο Τζουλιά από τον Κρουσώνα, τον πιο στενό συνεργάτη των Γερμανών. Ντροπή ήτανε για τον Πετοπούλιο αυτή η συνάντηση αλλά έδωσε τόπο στην οργή και πήγε να τον βρει. Του πρότεινε στο όνομα της παλιάς τους φιλίας να αφήσει ελεύθερο τον γιο του Χαραλάμπη. Μιας φιλίας που δημιουργήθηκε στο Εσκή Σεχήρ, στο Αφιόν Καραχισάρ, στην Προύσα στα Βουρλά, στους βράχους του Καλέ Γκρότο. Ο Τζουλιάς του αντιπρότεινε ότι, για να αφήσει τον Χαραλάμπη και τους άλλους πέντε Σκουλάδες, έπρεπε να γίνουν δυο πράγματα. Ή να του φέρει το κεφάλι του Παπαγιάννη Σκουλά, που θεωρούσαν κι αυτός και οι Γερμανοί πρωτεργάτη της Αντίστασης, ή να γίνει ο γιος του Χαραλάμπης Γκεσταμπίτης ακολουθώντας την ομάδα του Σούμπερτ.

Τον θάνατο του Παπαγιάννη Σκουλά δεν ήταν η πρώτη φορά που τον είχαν ζητήσει οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους. Όταν είχαν συλλάβει τον Φεβρουάριο του 1944, (που σκοτώθηκε ο Στεφανογιάννης), έντεκα Ανωγειανούς και τους είχαν οδηγήσει σε άγνωστη κατεύθυνση, κάποιοι πλησίασαν μετά από μερικές μέρες σε ένα καφενείο του Ηρακλείου τους προδότες Τζουλιά και Κούβο προτείνοντάς τους να αφήσουν ελεύθερους τους κρατούμενους. Οι προδότες δέχτηκαν με έναν όρο. Να παρουσιαστεί ο Παπαγιάννης στην θέση τους. Αυτό μαρτυρεί το έγγραφο 97/1944, τόμος Α΄, του Αρχείου της Ανεξάρτητης Ομάδος Ανωγείων. Είναι μία επιστολή που έστειλε ο Νίκος Σταυρακάκης στον Χρηστομιχάλη Ξυλούρη με ημερομηνία 6 Μαΐου 1944.

Τα λόγια του Τζουλιά έπεσαν σαν αστροπελέκι στα αυτιά του Πετοπούλιου.

Ο γιος του να γίνει προδότης !

Στύλωσε το βλέμμα του και κοίταξε αγέρωχος τον προδότη. Και του αποκρίθηκε πιάνοντας τον παλμό μιας ολόκληρης Κρήτης. Μιας Κρήτης που η λέξη θυσία παίρνει την κυριολεκτική της σημασία στα χείλια των Κρητικών.

Μιας Κρήτης που πολεμά, μιας Κρήτης που αντιστέκεται, μιας Κρήτης που θυσιάζει τα παιδιά της στο πανανθρώπινο όραμα της Ελευθερίας.

-Έχω εφτά θυγατέρες, του λέει. Να τση μαζώξεις κι αυτές να πάνε όλοι μαζί! Εγώ προδότη γιο δε κάνω !

Και γυρίζει την πλάτη του δίχως να περιμένει απάντηση.

Και χάθηκε ο Χαραλάμπης.

Μαζί με το πλοίο ΤΑΝΑΙΣ.

Και τους άλλους πέντε Σκουλάδες.

Τον Μύρωνα Σκουλά του Γεωργίου.

Τον Χαράλαμπο Σκουλά του Γεωργίου.

Τον Κωνσταντίνο Σκουλά του Ιωάννη.

Τον Σόλωνα Σκουλά του Μιλτιάδη και

τον Βαγγέλη Σκουλά του Κωνσταντίνου.

Εκεί στα ανοιχτά της Σαντορίνης.

Και ήταν μαζί κι ο Βαμβουκάκης Αλέξανδρος από το Γαλένι.

Ο Μανωλούκος Ξυλούρης από το Χαράκι.

Ο Αριστείδης Σαλούστρος από τ’Ανώγεια.

Και οι πέντε Ψιμουλάκηδες από το Πυράθι. Ο Λευτέρης, ο Σταύρος, ο Αριστείδης, ο Μιχάλης, ο Ζαχαρίας.

Ο Κωνσταντίνος Χαιρέτης ή Σουβλής από το Ρουκάνι.

Δυο Καλομοίρηδες, ο Γιάννης κι ο Δημήτρης, από τ’Ανώγεια.

Και ο Γιώργης Σταυρακάκης ή Μπίλιος από τ’Ανώγεια.

Και οι Ξυλούρηδες, ο Ανδρέας και ο Μανόλης από τ’Ανώγεια.

Διακόσια πενήτα από τα παλικάρια της Κρήτης και τριακόσιοι Εβραίοι.

Μεταξύ των Κρητικών, άνδρες λεβέντες, απροσκύνητοι, περήφανοι.

Μεταξύ των Εβραίων, μικρά παιδιά, άρρωστοι, γέροι, γυναίκες.

Κι έμεινε η πίκρα του θανάτου στον Πετοπούλιο.

Και συνάμα η χαρά ότι ο γιος του δεν πέθανε.

Δεν τον σκότωσαν ούτε οι Γερμανοί, ούτε οι Εγγλέζοι, ούτε οι Τζουλιάδες.

Έμεινε ζωντανός.

Ο ίδιος ο Πετοπούλιος τον κράτησε στην ζωή.

Μέσα στην καρδιά του και στην αιώνια μνήμη της Κρήτης.

Κάποιος μπορεί να ρωτήσει: Γιατί;

Κανείς όμως δεν θα δώσει ποτέ μια πειστική απάντηση.

...Αδάμαστο απροσκύνητο της Ρωμιοσύνης κάστρο

που δε σ’ αλλαξοπίστησαν οχθροί ξενοχωρίτες

που δεν σ’ εξαρματώσανε ούτε και σε ντροπιάσαν

που αν ίσως κι εσκλαβώνουσουν πάλι’στεκες ολόρθο

χωρίς να σκύψεις κεφαλή, χωρίς να προσκυνήσεις

δεν άφησες ποτέ σπαθί στη θήκη να σκουριάνει

κι αμίλητο δεν κρέμασες ποτέ σου το τουφέκι

μα πάντα σφιχταγκαλιαστό κι ακοίμητο στον κόρφο

κι εσύ ορθή το πέλαος τριγύρα ν’ αγναντεύεις

Βιγλάτορας, Βαρδιάτορας, Αρχόντισσα κι Αφέντρα ΚΡΗΤΗ!



Πηγή: http://www.patris.gr/articles/63297/

Η Mάχη της Κρήτης και η Αντίσταση

Η Mάχη της Κρήτης και η Αντίσταση

Του Γιώργου Καλογεράκη δάσκαλου

Άνθρωποι από τέσσερις διαφορετικούς λαούς, στο κοινό όραμα της Ελευθερίας, δημιούργησαν τον Μάιο του 1941 αυτό που έχει μείνει στην ιστορία μας σαν «έπος της Κρήτης».

Κρητικοί, Νεοζηλανδοί, Αυστραλοί και Άγγλοι, προέταξαν τα στήθη τους εμπόδιο στον ναζισμό για δέκα μέρες, από τις 20 μέχρι τις 30 Μαΐου 1941 στην πιο σκληρή μάχη της ιστορίας. Στα Χανιά, στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο αντιμετώπισαν έναν εχθρό ο οποίος ερχόταν από τον ουρανό.

Σ’έναν πόλεμο που είχε αρχίσει την 1η Σεπτεμβρίου 1939 με την εισβολή των Γερμανών στην Πολωνία. Είχε προηγηθεί η προσάρτηση της Αυστρίας και της Σλοβακίας. Ακολούθησε η κατάληψη της Νορβηγίας, της Δανίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου, του Λουξεμβούργου. Η Γαλλία υπέκυψε κι αυτή στις δυνάμεις του άξονα για να φτάσει ο Απρίλης του 1941 που ο Χίτλερ στράφηκε κατά της Ελλάδας. Τον Μάη του 1941 το μόνο ελεύθερο κομμάτι γης της Ευρώπης ήταν ένα νησί. Η Κρήτη.

…Ως ορμητήριο για την διεξαγωγή του από αέρος πολέμου κατά της Αγγλίας στην Ανατολική Μεσόγειο, πρέπει να προετοιμασθεί η κατάληψη της νήσου Κρήτης. Γι’αυτό πρέπει να ξεκινήσομε από το ότι όλη η ηπειρωτική Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης και της Πελοποννήσου, βρίσκεται στα χέρια των δυνάμεων του Άξονα.

Για την εκτέλεση της διαταγής επιφορτίζω την Ανωτάτη Διοίκηση της Αεροπορίας, η οποία για τον σκοπό αυτό θα χρησιμοποιήσει κυρίως το σώμα των Αλεξιπτωτιστών και τα σώματα της αεροπορίας, που έχουν τοποθετηθεί στον χώρο της Μεσογείου…

Αυτά έλεγε μεταξύ άλλων η διαταγή της 25ης Απριλίου 1941 με την υπογραφή του Αδόλφου Χίτλερ για την επιχείρηση Ερμής. Μοναδικός σκοπός της επιχείρησης η από αέρος με δυνάμεις αλεξιπτωτιστών κατάληψη της Κρήτης.

Οι Κρητικοί στρατιώτες δεν είχαν καταφέρει να επιστρέψουν από το Αλβανικό μέτωπο. Η αποστολή των Γερμανών φαινόταν εύκολη. Ο λαϊκός ποιητής είπε :

Κρήτη κι η Μεραρχία σου αν ήτανε κοντά σου

δε θα πατούσε Γερμανός τ’άγια χώματά σου

Όμως, τι κι αν οι στρατιώτες μας, δεν έδωσαν το παρόν. Ο ξεσηκωμός του λαού ήταν εντυπωσιακός. Άλλοι στίχοι τραγουδιού προτρέπουν :

Στιγμή να μην αφήσομε την Κρήτη να πατήσει

ζάλο και μπότα Γερμανού να τηνε μαγαρίσει

Αλλά έπεσε δυστυχώς η Κρήτη στα χέρια του εχθρού. Όμως το τίμημα ήταν βαρύ. Επίλεκτες γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις βγήκαν εκτός μάχης. Στην διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και στην συνέχεια των πολεμικών επιχειρήσεων, ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκε ξανά το σώμα των αλεξιπτωτιστών.

Μετά την μάχη, στις 2 Ιουνίου 1941, ο Ιούλιος Ρίγκελ, διοικητής της 5ης Ορεινής Μεραρχίας, διάταξε να συγκεντρωθούν όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί και οπλίτες με τον οπλισμό τους στο προσωρινό στρατόπεδο στο χωριό του Δήμου Καζαντζάκη Πεζά. Αρκετοί αξιωματικοί και στρατιώτες στο μεταξύ είχαν ντυθεί με πολιτική ενδυμασία. Πράγματι συγκεντρώθηκαν στα Πεζά με τον οπλισμό τους και παραδόθηκαν στους Γερμανούς.

Ένας ένας οι αξιωματικοί και οι οπλίτες διατάχτηκαν να πλησιάζουν την πόρτα της εκκλησίας και άφηνε στο εσωτερικό της τα όπλα του.

Στα Πεζά βρισκόταν και ο Υποστράτηγος Λιναρδάκης που είχε υπογράψει την συνθηκολόγηση με τον Συνταγματάρχη Μπρούνο Μπρώυερ. Ένας Αυστριακός αξιωματικός, διευθυντής του 2ου Γραφείου πληροφοριών, μιλώντας στα Γαλλικά έκανε έναν διάλογο με τον Λιναρδάκη που αξίζει να αναφερθεί.

-Γιατί πολέμησαν οι πολίτες της Κρήτης εναντίον των δυνάμεών μας ενώ αυτό δεν έγινε στην υπόλοιπη Ελλάδα ; ρώτησε ο Αυστριακός.

-Γιατί εμείς οι Κρητικοί είμαστε ένας λαός που στη διάρκεια της ιστορίας μας είχαμε πολλούς εχθρούς. Όλοι αυτοί ήθελαν να μας υποτάξουν, να πάρουν τον τόπο μας. Τούρκοι, Ενετοί, Άραβες, Ρωμαίοι. Και οι Κρητικοί ξέρουν να πολεμούν, απάντησε ο Λιναρδάκης. Άλλωστε, συνέχισε, ο ίδιος ο αρχηγός σας ο Χίτλερ λέει ότι λαός που δεν πολεμά για την ελευθερία του δεν πρέπει να έχει ελευθερία. ( Γ. Κάββος, Γερμανοϊταλική Κατοχή και Αντίσταση Κρήτης, σελ. 28).

Και έμεινε άναυδος ο Αυστριακός. Οι κρατούμενοι αξιωματικοί και οπλίτες που ήταν περίπου 1000 άτομα, οδηγήθηκαν τελικά από το στρατόπεδο των Πεζών στα Χανιά και κλείστηκαν σε περιφραγμένο χώρο στην παραλία των Αγίων Αποστόλων.

Σχεδόν αμέσως με την κατάληψη της Κρήτης άρχισε και το αντάρτικο. Ολιγομελείς ομάδες στην αρχή και κατόπιν περισσότεροι ανέβηκαν στα βουνά και άρχισαν να μάχονται τον εχθρό. Ο Μανόλης Μπαντουβάς με τα αδέρφια του, ο Πετρακογιώργης, ο Αντώνης Γρηγοράκης ή Σατανάς, η Ανεξάρτητη Ομάδα Ανωγείων, η Κρητική Επαναστατική Επιτροπή του Δημοσθένη Ραπτόπουλου, η ΕΟΡ Ρεθύμνου, οι Αντιστασιακές ομάδες στα Χανιά και στο Λασίθι.

Οι Γερμανοί αντιδρούσαν με εκτελέσεις, φυλακίσεις, βασανισμούς. Νόμιζαν ότι μ’αυτόν τον τρόπο θα κάμψουν τους Κρητικούς. Και διάλεγαν τα καλύτερα βλαστάρια και τα έστηναν στο απόσπασμα. Όπως έγινε με τον Παναγιώτη Μπέρκη από το διπλανό χωριό Μεταξοχώρι, έναν γενναίο νεαρό με σπουδές στο Πανεπιστήμιο και λαμπρό μέλλον. Όπως έγινε με τον Λευτέρη Κουρουπάκη από το Χουδέτσι. Όπως με χιλιάδες άλλους.

Στις 26 Απριλίου 1944 όπως είναι γνωστό απήχθη ο Στρατηγός Κράιπε. Μετά από μια περιπετειώδη καταδίωξη των απαγωγέων, στις 15 Μαΐου 1944 κατορθώθηκε η επιβίβασή τους σε σκάφος επιφανείας και η μεταφορά τους τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας στο λιμάνι της Μάσα Ματρούχ. Την επομένη ημέρα 16 Μαΐου ολόκληρος ο συμμαχικός τύπος και τα ραδιόφωνα έπαιζαν το γεγονός. Οι εφημερίδες μάλιστα χρησιμοποίησαν και πολλές φωτογραφίες. Οι Γερμανοί πείθονται ότι ο στρατηγός τους έχει μεταφερθεί στην Μέση Ανατολή. Μέχρι τότε πίστευαν ότι είναι ακόμα στην Κρήτη.

Ο Μπρώυερ πρέπει να αντιδράσει. Έτσι τέλη Μαΐου στέλνει στρατό κατά τμήματα λόχων και γίνεται η κύκλωση στο Μονοδένδρι. Η πρώτη ενέργεια των Γερμανών για αντίποινα μετά την απαγωγή του Κράιπε. Τα χωριά Κυπαρίσσι, Πυργού, Καλού, Γαλένι, Ρουκάνι, Γέννα, Μελιδοχώρι, Δαμάνια, Αρκάδι, Καρκαδιώτισσα, κυκλώνονται, εξερευνούνται και συλλαμβάνονται όλοι οι άντρες που βρίσκονται μέσα στον κλοιό. Οδηγούνται στην Μονή Επανωσήφη και από εκεί στο Χουδέτσι και κλείνονται στο Σχολείο. Με την βοήθεια των Χουδετσανών πολλοί καταφέρνουν να δραπετεύσουν. Οι υπόλοιποι την 1η Ιουνίου οδηγούνται στο Ηράκλειο στον προμαχώνα Μαρτινέγκο. Εκεί έχουν οδηγηθεί και οι Εβραίοι της Κρήτης, (οι περισσότεροι ήταν από τα Χανιά), και Κρητικοί πατριώτες από άλλα μπλόκα. Οι Γερμανοί βάζουν στην σειρά τους κρατούμενους. Ζητούσαν ταυτότητες. Όσες ταυτότητες έγραφαν Σκουλάς ή Ξυλούρης ο ιδιοκτήτης τους πήγαινε στην άκρη. Όταν έφτασε η σειρά του Μιχάλη Σκουλά η Μίχαλου, ζητούν την ταυτότητά του. Ο Μίχαλος τότε ήταν 16 ετών. Το παιδί βλέποντας τους Σκουλάδες και τους Ξυλούρηδες να τοποθετούνται ξεχωριστά λέει ένα άλλο επίθετο. Και δεν πηγαίνει με τους άλλους Σκουλάδες. Έτσι σώζεται. Γιατί οι Σκουλάδες και οι Ξυλούρηδες επιβιβάστηκαν στο λιμάνι του Ηρακλείου σε ένα πλοίο μαζί με τους Εβραίους, τους Ιταλούς και τους άλλους Κρήτες πατριώτες και χάθηκαν.

Το πλοίο που επιβιβάστηκαν οι Κρήτες και οι Εβραίοι ήταν πλοιοκτησίας Στέφανου Παν. Συνοδινού. Αγοράστηκε το 1935 αντί του ποσού των 3800 λιρών Αγγλίας. Ονομάστηκε Τάναϊς από τον πλοιοκτήτη που του άρεσε να ονοματίζει τα καράβια του με ονόματα ποταμών της Ρωσίας. Ο ποταμός λοιπόν Τάναϊς (που βρίσκεται στο εσωτερικό της Ρωσίας), έδωσε το όνομά του στο πλοίο. Με πλοίαρχο το Μιλτιάδη Νικ. Παπαγγελή, την 17η Μαΐου 1941 είχε καταπλεύσει στην Σούδα με φορτίο ξυλείας προερχόμενο από τον Πειραιά. Την 26η Μαΐου εξακολουθούσε να παραμένει αγκυροβολημένο στη Σούδα, όταν τις πρωινές ώρες της ημέρας αυτής βομβαρδίστηκε από γερμανικά αεροπλάνα και βυθίστηκε σε πολύ μικρό βάθος. Στη συνέχεια το πλοίο ανελκύστηκε και επισκευάστηκε από τους γερμανούς και χρησιμοποιείτο για δικές τους μεταφορές με το ίδιο όνομα Τάναϊς.

Σ’αυτό το πλοίο το πρωί της 9ης Ιουνίου 1944 οι Γερμανοί επιβίβασαν τους Εβραίους της Κρήτης (περίπου 300 άτομα) και τους Κρητικούς που είχαν συλλάβει σε μπλόκα (περίπου 250 άτομα). Φόρτωσαν ακόμα και κάμποσους Ιταλούς. Προορισμός του πλοίου ήταν το λιμάνι του Πειραιά. Από τον Πειραιά οι Γερμανοί θα μετέφεραν τους ομήρους στο στρατόπεδο Μαουτχάουζεν. Τελικά το πλοίο βυθίστηκε ανοιχτά της Σαντορίνης και παρέσυρε στον βυθό τις 600 ψυχές που κουβαλούσε. Για την βύθιση του Τάναϊς οι απόψεις είναι διισταμένες. Άλλοι ιστορικοί ισχυρίζονται πως βυθίστηκε από τους ίδιους τους Γερμανούς και άλλοι ότι αυτό έγινε από τους συμμάχους.

Ο Γιάννης Μουρέλλος ισχυρίζεται ότι το πλοίο βούλιαξαν οι ίδιοι οι Γερμανοί. Την ίδια γνώμη έχει και ο Ρεθύμνιος ιστορικός ερευνητής Μάρκος Πολιουδάκης. Ο Μάρκος Πολιουδάκης αναφέρει ότι ο Μπρόγερ, αργότερα όταν δικαζόταν, στην απολογία του είπε ότι συνέλαβαν 300 Εβραίους τους οποίους έβαλαν στα αμπάρια του πλοίου ΤΑΝΑΪΣ μαζί με 200 Κρητικούς. Είπε ακόμη ότι το πλοίο βυθίστηκε αύτανδρο και ότι για την σύλληψη και καταβύθιση των Εβραίων της Κρήτης εκδόθηκε απόφαση στη δίκη της Νυρεμβέργης και αντί του Χίμλερ καταδικάστηκε ο Κρόζενμπεργκ.

Ο Γεώργιος Κάβος πιστεύει κι αυτός ότι το πλοίο Τάναϊς το βούλιαξαν οι ίδιοι οι Γερμανοί και το αναφέρει στο βιβλίο του «Γερμανοϊταλική Κατοχή και Αντίσταση Κρήτης».

Ο Χρήστος Ντούνης στο βιβλίο του «τα ναυάγια στις Ελληνικές Θάλασσες» αναφέρει για πρώτη φορά ότι το Τάναϊς βούλιαξε «…περί ώρα 03.00 και βυθίστηκε από το βρετανικό υποβρύχιο VIVID σε στίγμα 35ο – 40΄ Βόρειο και 25ο – 11΄ Ανατολικό».

Θα χρησιμοποιήσω ένα ανέκδοτο έγγραφο από το αρχείο της ιδιωτικής συλλογής του Ηρακλειώτη κ. Κώστα Μαμαλάκη. Είναι ένα συγκλονιστικό και συνάμα διαφωτιστικό έγγραφο για την τύχη του πλοίου Τάναϊς. Και ανακοινώνεται σήμερα για πρώτη φορά μετά από 61 χρόνια, εδώ μπροστά στο μνημείο των πεσόντων του Αρκαδίου.

Είναι η αναφορά του βρετανού πλοιάρχου του υποβρυχίου VIVID. Το πρωτότυπο της αναφοράς υπάρχει στο Βρετανικό αρχηγείο Ναυτικού.

Σύμφωνα λοιπόν με την αναφορά του πλοιάρχου που λεγόταν Μπάρλεϋ «το υποβρύχιό του ανήκε στο Βρετανικό στόλο της Ανατολικής Μεσογείου. Εκείνη την ημέρα περιπολούσε στο Νοτιοανατολικό Αιγαίο. Το Τάναις απέπλευσε από το λιμάνι του Ηρακλείου το πρωί της 9ης Ιουνίου 1944 στις 8.32 η ώρα, συνοδεία τριών σκαφών. Στις 2.31 μετά το μεσημέρι έγινε αντιληπτό από το υποβρύχιο VIVID. Στις 3.12 το υποβρύχιο είχε πάρει την σωστή θέση σκόπευσης. Η απόσταση μεταξύ του VIVID και του Τάναϊς ήταν 2300-2700 μέτρα. Το στίγμα του ήταν 35ο – 40΄ Βόρειο και 25ο – 11΄ Ανατολικό. Το VIVID εκτόξευσε τέσσερις τορπίλες. Τον στόχο βρήκαν οι δύο από τις τέσσερις. Μετά την βύθιση του Τάναϊς το VIVID καταδύθηκε στα 80 πόδια, (σε βάθος 24 μέτρων). Εκεί, σε κατάσταση κατάδυσης παρέμεινε μέχρι τις 5.30 η ώρα το απόγευμα. Σαράντα πέντε λεπτά μετά τον τορπιλισμό του ακούστηκαν τέσσερις δυνατές εκρήξεις. Ίσως από το πολεμικό υλικό που μετέφερε στα αμπάρια του το πλοίο. Από την βυθομέτρηση που έκανε ο πλοίαρχος του υποβρυχίου Μπάρλεϋ, το Τάναϊς βυθίστηκε σε βάθος 1858 μέτρων. Το πλήρωμα του πλοίου που το αποτελούσαν Έλληνες και Γερμανοί βρέθηκε στη θάλασσα. Τα συνοδευτικά σκάφη περισυνέλεξαν τους ζωντανούς».

Αυτά γράφει ο πλοίαρχος Μπάρλεϋ για την βύθιση του Τάναϊς από το υποβρύχιό του. Οι Βρετανοί εξηγώντας την ενέργειά τους μιλούν για «μεγάλη τραγωδία».

Υπάρχει μια αναφορά στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας της χώρας μας με αριθμό 44489/2841/564/7 τον Οκτώβρη του 1946. Μιλά για 50 διασωθέντες, 20 Έλληνες και 30 Γερμανούς όλους άντρες. Δεν αναφέρει καμιά γυναίκα.. Όλοι ήταν μέλη του πληρώματος. Από τους Εβραίους τους Κρήτες και τους Ιταλούς που ήταν κλειδωμένοι στα αμπάρια δεν σώθηκε κανείς.

Για το γεγονός της βύθισης του Τάναϊς υπάρχει και ένα έγγραφο του Κούρτ – Φριτς Φον Γκρέβενιτς υπεύθυνου αξιωματικού αντικατασκοπίας της Γερμανίας προς το υπουργείο Εξωτερικών, με ημερομηνία 28 Ιούνη 1944.

« Σύμφωνα με αναφορά του διοικητή ασφαλείας πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια μεταφοράς όλων των Ελλήνων Εβραίων από την Ελλάδα στις 21 αυτού του μήνα η τελευταία αποστολή. Μ’αυτήν μεταφέρθηκαν στο Ράιχ πάνω από 2000 Εβραίοι, από τους οποίους οι 1900 προέρχονται από την Κέρκυρα. Οι πριν λίγο συγκεντρωθέντες Έλληνες Εβραίοι της Κρήτης περισσότερες εκατοντάδες, χάθηκαν στον δρόμο από την Κρήτη στην Ηπειρωτική Ελλάδα από εχθρική ενέργεια ».

Εεκείνη την σκληρή ώρα του θανάτου μία μορφή αναδύθηκε λες και βγήκε από τους αιώνιους θρύλους και τις παραδόσεις της Κρήτης. Ο Ιωάννης Σκουλάς ή Πετοπούλιος. Εφτά θυγατέρες είχε ο Πετοπούλιος και δυο γιους. Ο ένας του γιος είχε πεθάνει το 1943 και έμεινε μοναχογιός ο Χαραλάμπης. Τον είχαν πιάσει στην τυλιξά στο Μονοδέντρι οι Γερμανοί. Ο Πετοπούλιος έσφιξε την καρδιά του και αποφάσισε να συναντήσει ένα παλιό του συμπολεμιστή του Μικρασιατικού πολέμου, που όμως σ’αυτόν τον τωρινό πόλεμο είχε ντροπιάσει και τον τόπο του και τους αγώνες του. Τον Νίκο Τζουλιά από τον Κρουσώνα, τον πιο στενό συνεργάτη των Γερμανών. Ντροπή ήτανε για τον Πετοπούλιο αυτή η συνάντηση αλλά έδωσε τόπο στην οργή και πήγε να τον βρει. Του πρότεινε στο όνομα της παλιάς τους φιλίας να αφήσει ελεύθερο τον γιο του Χαραλάμπη. Μιας φιλίας που δημιουργήθηκε στο Εσκή Σεχήρ, στο Αφιόν Καραχισάρ, στην Προύσα στα Βουρλά, στους βράχους του Καλέ Γκρότο. Ο Τζουλιάς του αντιπρότεινε ότι, για να αφήσει τον Χαραλάμπη και τους άλλους πέντε Σκουλάδες, έπρεπε να γίνουν δυο πράγματα. Ή να του φέρει το κεφάλι του Παπαγιάννη Σκουλά, που θεωρούσαν κι αυτός και οι Γερμανοί πρωτεργάτη της Αντίστασης, ή να γίνει ο γιος του Χαραλάμπης Γκεσταμπίτης ακολουθώντας την ομάδα του Σούμπερτ.

Τον θάνατο του Παπαγιάννη Σκουλά δεν ήταν η πρώτη φορά που τον είχαν ζητήσει οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους. Όταν είχαν συλλάβει τον Φεβρουάριο του 1944, (που σκοτώθηκε ο Στεφανογιάννης), έντεκα Ανωγειανούς και τους είχαν οδηγήσει σε άγνωστη κατεύθυνση, κάποιοι πλησίασαν μετά από μερικές μέρες σε ένα καφενείο του Ηρακλείου τους προδότες Τζουλιά και Κούβο προτείνοντάς τους να αφήσουν ελεύθερους τους κρατούμενους. Οι προδότες δέχτηκαν με έναν όρο. Να παρουσιαστεί ο Παπαγιάννης στην θέση τους. Αυτό μαρτυρεί το έγγραφο 97/1944, τόμος Α΄, του Αρχείου της Ανεξάρτητης Ομάδος Ανωγείων. Είναι μία επιστολή που έστειλε ο Νίκος Σταυρακάκης στον Χρηστομιχάλη Ξυλούρη με ημερομηνία 6 Μαΐου 1944.

Τα λόγια του Τζουλιά έπεσαν σαν αστροπελέκι στα αυτιά του Πετοπούλιου.

Ο γιος του να γίνει προδότης !

Στύλωσε το βλέμμα του και κοίταξε αγέρωχος τον προδότη. Και του αποκρίθηκε πιάνοντας τον παλμό μιας ολόκληρης Κρήτης. Μιας Κρήτης που η λέξη θυσία παίρνει την κυριολεκτική της σημασία στα χείλια των Κρητικών.

Μιας Κρήτης που πολεμά, μιας Κρήτης που αντιστέκεται, μιας Κρήτης που θυσιάζει τα παιδιά της στο πανανθρώπινο όραμα της Ελευθερίας.

-Έχω εφτά θυγατέρες, του λέει. Να τση μαζώξεις κι αυτές να πάνε όλοι μαζί! Εγώ προδότη γιο δε κάνω !

Και γυρίζει την πλάτη του δίχως να περιμένει απάντηση.

Και χάθηκε ο Χαραλάμπης.

Μαζί με το πλοίο ΤΑΝΑΙΣ.

Και τους άλλους πέντε Σκουλάδες.

Τον Μύρωνα Σκουλά του Γεωργίου.

Τον Χαράλαμπο Σκουλά του Γεωργίου.

Τον Κωνσταντίνο Σκουλά του Ιωάννη.

Τον Σόλωνα Σκουλά του Μιλτιάδη και

τον Βαγγέλη Σκουλά του Κωνσταντίνου.

Εκεί στα ανοιχτά της Σαντορίνης.

Και ήταν μαζί κι ο Βαμβουκάκης Αλέξανδρος από το Γαλένι.

Ο Μανωλούκος Ξυλούρης από το Χαράκι.

Ο Αριστείδης Σαλούστρος από τ’Ανώγεια.

Και οι πέντε Ψιμουλάκηδες από το Πυράθι. Ο Λευτέρης, ο Σταύρος, ο Αριστείδης, ο Μιχάλης, ο Ζαχαρίας.

Ο Κωνσταντίνος Χαιρέτης ή Σουβλής από το Ρουκάνι.

Δυο Καλομοίρηδες, ο Γιάννης κι ο Δημήτρης, από τ’Ανώγεια.

Και ο Γιώργης Σταυρακάκης ή Μπίλιος από τ’Ανώγεια.

Και οι Ξυλούρηδες, ο Ανδρέας και ο Μανόλης από τ’Ανώγεια.

Διακόσια πενήτα από τα παλικάρια της Κρήτης και τριακόσιοι Εβραίοι.

Μεταξύ των Κρητικών, άνδρες λεβέντες, απροσκύνητοι, περήφανοι.

Μεταξύ των Εβραίων, μικρά παιδιά, άρρωστοι, γέροι, γυναίκες.

Κι έμεινε η πίκρα του θανάτου στον Πετοπούλιο.

Και συνάμα η χαρά ότι ο γιος του δεν πέθανε.

Δεν τον σκότωσαν ούτε οι Γερμανοί, ούτε οι Εγγλέζοι, ούτε οι Τζουλιάδες.

Έμεινε ζωντανός.

Ο ίδιος ο Πετοπούλιος τον κράτησε στην ζωή.

Μέσα στην καρδιά του και στην αιώνια μνήμη της Κρήτης.

Κάποιος μπορεί να ρωτήσει: Γιατί;

Κανείς όμως δεν θα δώσει ποτέ μια πειστική απάντηση.

...Αδάμαστο απροσκύνητο της Ρωμιοσύνης κάστρο

που δε σ’ αλλαξοπίστησαν οχθροί ξενοχωρίτες

που δεν σ’ εξαρματώσανε ούτε και σε ντροπιάσαν

που αν ίσως κι εσκλαβώνουσουν πάλι’στεκες ολόρθο

χωρίς να σκύψεις κεφαλή, χωρίς να προσκυνήσεις

δεν άφησες ποτέ σπαθί στη θήκη να σκουριάνει

κι αμίλητο δεν κρέμασες ποτέ σου το τουφέκι

μα πάντα σφιχταγκαλιαστό κι ακοίμητο στον κόρφο

κι εσύ ορθή το πέλαος τριγύρα ν’ αγναντεύεις

Βιγλάτορας, Βαρδιάτορας, Αρχόντισσα κι Αφέντρα ΚΡΗΤΗ!



Πηγή: http://www.patris.gr/articles/63297/

Η πολιτική διαθήκη του Λευτέρη Σκουλά ή Κανονολευτέρη

Ο Γιώργος Καλογεράκης αποκαλύπτει σήμερα την πολιτική διαθήκη του Λευτέρη Σκουλά
Ο Λευτέρης Σκουλάς - ή Κανονολευτέρης

Του Γιώργου Καλογεράκη *

Συμπληρώνονται αύριο 40 ημέρες από τον θάνατο του Λευτέρη Σκουλά ή Κανονολευτέρη. Μέλος της Ανεξάρτητης Ανταρτικής Ομάδος Ανωγείων, έδωσε το παρόν στους αγώνες εναντίον των κατακτητών Γερμανών, τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής.

Ο ίδιος, μεταξύ των άλλων αποστολών που ανέλαβε, πήρε μέρος και στο σαμποτάζ της Δαμάστας (8 Αυγούστου 1944). Σ’ένα εγχείρημα, το μεγαλύτερο κατά την άποψη αρκετών ιστορικών, που συνέβη τα χρόνια της υποδούλωσης. Και ήταν ο τελευταίος από τους μετέχοντες σ’αυτό το σαμποτάζ που βρισκόταν ακόμη στην ζωή. Ο Λευτέρης Σκουλάς ή Κανονολευτέρης είχε θητεύσει και στον Δήμο Ανωγείων. Δήμαρχος ενός από τους μεγαλύτερους επαρχιακούς Δήμους της Κρήτης σε χρόνια δύσκολα μετακατοχικά.

Το πέρασμά του από το Δήμο Ανωγείων συνοδεύτηκε από ένα μεγάλο και σοβαρό έργο. Άνθρωπος της προσφοράς ο Κανονολευτέρης, άφησε τελευταία επιθυμία να διαβαστεί την ώρα της κηδείας του η παρακάτω πολιτική Διαθήκη. Μια πολιτική Διαθήκη γραμμένη από τον ίδιο τον Ιούλιο του 2004 με αναφορές στα χρόνια της Κατοχής και λουσμένη από την αγάπη του για την γενέτειρά του τα Ανώγεια. Με σεβασμό προς την μνήμη του Ελευθερίου Σκουλά ή Κανονολευτέρη παρουσιάζω το κείμενο χρήσιμο πιστεύω σε όλους που ασχολούμαστε με την περίοδο 1941-1945, το οποίο μετά από δικό μου αίτημα προς τους οικείους του έφτασε στα χέρια μου.



Η πολιτική Διαθήκη του Ελευθερίου Σκουλά



Ηράκλειον τη 7 Ιουλίου 2004

Εγώ ο Ελευθέριος Εμμ. Σκουλάς, Κανονολευτέρης, γράφω την διαθήκη μου, η οποία επιθυμώ να διαβαστεί την ώρα της κηδείας μου.

Απευθύνομαι προς τον αγαπημένο μου λαό των Ανωγείων.

Ας με συγχωρήσουν όσοι βρεθούν την ώρα αυτή στην εκκλησία. Με τη λογική τη δική μου οι Ανωγειανοί είναι από τους πρώτους λαούς στον κόσμο και θα εκθέσω παρακάτω το γιατί.

Υποκλίνομαι σε ζώντες και πεθαμένους τώρα που είμαι στην ζωή και γράφω αυτές τις λίγες γραμμές. Και αρχίζω να παινέσω τον ψυχικό κόσμο του Ανωγειανού από ορισμένα περιστατικά που έζησα. Πριν την κήρυξη του Ιταλικού πολέμου είχε τραυματίσει ο αδελφός μου ο Κανονόκωστας Σκουλάς τον Κιτσονίκο Σκουλά πολύ σοβαρά. Δεν πέθανε ο Κιτσονίκος και μετά που έγινε καλά «εσάσανε». Αυτό σημαίνει στ’Ανώγεια συμβόλαιο τιμής. Στη συνέχεια με πολλούς Ανωγειανούς πήγα μαζί με άλλα τρία αδέλφια μου και τον γαμβρό μου τον Μπαμπακομανώλη στον Αλβανικό πόλεμο.

Μια μέρα που είχε λιακάδα εψειρίζαμε τα ρούχα μας και ακούω κι εγώ κι όλη η παρέα μας τον Κιτσονίκο να λέγει στον αδερφό μου τον Κανονόκωστα : «Γιάε σύντεκνε που είναι η σφαίρα βγαρμένη».

Και εψαχούλευε τη σφαίρα που είχε βγει κοντά στο δέρμα του. Ποιος άλλος λαός έχει αυτό το ψυχικό μεγαλείο ;

Θα αναφέρω στη συνέχεια ένα άλλο περιστατικό που δείχνει κι αυτό τον πλούσιο ψυχικό κόσμο των Ανωγειανών.

Ανάμεσα στους 62 εθνομάρτυρες που εκτέλεσαν οι Γερμανοί το 1942 ήταν ο Γιώργης ο Σκουλάς, ο δικηγόρος. Μετά την είδηση της εκτέλεσης των 62, ήτανε σχεδόν όλοι οι Ανωγειανοί στου Θανάση, το σπίτι και έκλαιγαν για τον άδικο χαμό του Γιώργη.

Μέσα σ’αυτό τον οδυρμό όλων έρχεται ένας αγγελιοφόρος της Εθνικής Αντίστασης δίνει ένα σημείωμα στον Μανόλη Σκουλά, τον «Φρουδά», αδελφό του εκτελεσμένου Γιώργη ότι οι Γερμανοί θα κάμουν τυλιξά στην περιοχή της Μύθιας, όπου ήτανε το λημέρι των ομάδων Ανωγείων, Μπαντουβά και Σατανά που έπρεπε να ειδοποιηθούν για να φύγουν.

Ο Φρουδάς μέσα στην οδύνη του βρήκε τη δύναμη χάρη στην αγάπη του προς την ελευθερία και την πατρίδα, με παίρνει ιδιαιτέρως μου δίνει σημείωμα που έγραφε ό,τι εσυνέβη και ό,τι επρόκειτο να συμβεί.

Επήρα το σημείωμα και πήγα στη Μύθια όπου ήτανε οι καπετάνιοι με τους άνδρες τους και έφυγαν για άλλο λημέρι.

Τώρα θα γράψω για τον Παπαγιάννη Σκουλά. Έκανε το καθήκον του κι αυτός όπως όλοι. Μια μέρα, (Γενάρης του 1942), έκαμαν οι Γερμανοί μπλόκο στ’Ανώγεια και διαβάσανε κατάλογο με ονόματα Ανωγειανών. Πρώτο-πρώτο το όνομα του Παπαγιάννη που λειτουργούσε εκείνη την ώρα στην Παναγία και δεν τον άφησαν να τελειώσει. Τον πήραν μαζί με άλλους εννιά Ανωγειανούς και τον πάνε στις φυλακές Ηρακλείου, όπου έμειναν 45 ημέρες με καθημερινή ανάκριση του περιβόητου Γερμανού αξιωματικού ασφαλείας Χάρτμαν. Τους άφησαν τελικά ελεύθερους μετά από γενική αμνηστία των Γερμανών.

Αυτό όμως ήτανε αφορμή και αναγκάστηκε να φύγει για τη Μέση Ανατολή. Δεν επήγε για να ξεκουραστεί ή για να αποφύγει άλλες πολεμικές περιπέτειες. Όπως γνωρίζω πρόεδρος της Ελληνικής Κυβέρνησης του Καΐρου ήταν ο Εμμανουήλ Τσουδερός και αντιπρόεδρος ο Σοφ. Βενιζέλος, προσωπικοί και αδελφικοί φίλοι του Παπαγιάννη και ασφαλώς αν ήθελε θα τον τοποθετούσαν σε κάποια ενορία του Καΐρου ή της Αλεξάνδρειας, όπου ήταν μια ανθούσα ομογένεια ώστε να ζήσει πλούσια και ειρηνικά. Αντίθετα κατατάγηκε στη ΦΟΡΣ 133 καταδρομική μονάδα των συμμάχων και εκπαιδεύτηκε κομάντος και αλεξιπτωτιστής. Εγύρισε στην Κρήτη ξυρισμένος και μένει για πολύ καιρό στο βουνό, χωρίς να γνωρίζει κανείς το παραμικρό εκτός από τους συνεργάτες του, ώσπου μια μέρα στο Αρμί μου λέγει ο Στεφανογιάννης : «Λευτέρη θες να δεις τον αδερφό σου τον Παπαγιάννη ;». Φυσικά του είπα ναι. Μου υπέδειξε ένα σπιτάκι μεταξύ «Χαμένης» και «Βρουλίδια» περίπου 8-9 χιλιόμετρα από τ’Ανώγεια. Πήρα τσιγάρα και ότι άλλο υπήρχε αυτή την εποχή και πήγα και τον ευρήκα. Φιληθήκαμε, αγκαλιαστήκαμε πολλή ώρα. Για μια στιγμή του λέω :

«Μα τόση μικρή απόσταση από το χωριό είσαι και δεν ήρθες να δεις τη γυναίκα και τα 7 παιδιά σου;» Και η απάντηση ήτανε : «Τώρα έχομε αγώνα και παραμερίζονται όλα τα συναισθήματα. Όταν ελευθερωθούμε θα πανηγυρίσομε».

Πέρασε πολύς καιρός και βγήκε από την περιοχή του Τσούτσουρα ως αποστολή. Έκαμε ότι εντολή είχε να κάμει και τότε αποφάσισε να επισκεφθεί το σπίτι του στ’Ανώγεια. Έφτασε στ’Ανώγεια και πηγαίνει στο σπίτι και χαιρετά την παπαδιά ως φίλος. Εκεί ήτανε μαζί με την παπαδιά και η θυγατέρα του η Αγάπη, που αυτή πρώτη αναγνώρισε στο πρόσωπο του ξυρισμένου Έλληνα αξιωματικού τον πατέρα της Παπαγιάννη. Θέλει δυνατούς ανθρώπους ο πόλεμος και τέτοιος ήταν ο παπάς.

Για την συμμετοχή του Παπαγιάννη στην Μάχη της Κρήτης και την Αντίσταση, στην περισυλλογή και διάσωση συμμάχων στρατιωτών, αλλά και σε καταδρομικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή και σε νησιά του Αιγαίου, οι Σύμμαχοι του έδωσαν δύο μεγάλα παράσημα. Όταν το 1955 ξεκίνησε ο Κυπριακός αγώνας, βρεθήκαμε στα Χανιά με τον παπά σ’ένα δικαστήριο ενός δικού μας ανθρώπου. Μετά το δικαστήριο μου λέει ο παπάς : «Τώρα θα πάμε στο Αγγλικό προξενείο». Μας εδέχθηκε ο ίδιος ο πρόξενος. Τα λόγια του παπά τα θυμούμαι σαν να είναι τώρα : «Κύριε πρόξενε αγωνιστήκαμε μαζί και εχύσαμε το αίμα μας για την ελευθερία των λαών. Τώρα οι αδελφοί μας Κύπριοι ζητούν από εσάς την ελευθερία τους κι εσείς τους σκοτώνετε και τους κρεμάτε. Αυτός ήταν ο αγώνας μας για την ελευθερία; Αυτά τα παράσημα μου τα έχετε δώσει για αυτό τον αγώνα. Αυτά δεν ανήκουν σε μένα πια και σας τα επιστρέφω». Και τα βγάνει από την τσέπη του και τα δίνει στον Άγγλο πρόξενο που κάτι πήγε να ψελλίσει καταφανώς αιφνιδιασμένος. Πάντα ήμουνα περήφανος που είχα τέτοιο άνδρα αδελφό, όμως εκείνη την ημέρα στο Αγγλικό προξενείο με την αγέρωχη χειρονομία του ο αδελφός μου Παπαγιάννης με έβγαλε στα επουράνια.

Για την ηρωίδα Παπαγιάννενα θα καταθέσω αυτό που έζησα. Όταν έγινε η απαγωγή του Γερμανού Στρατηγού οι δύο Άγγλοι που είχαν ντυθεί με Γερμανική στολή εμπήκανε στ’Ανώγεια πρωινή ώρα και πήγανε κατευθείαν στου Παπαγιάννη το σπίτι. Κτυπούν την πόρτα και ανοίγει η παπαδιά και βλέπει αιφνιδιασμένη δύο Γερμανούς. Ύστερα από την αρχική σαστιμάρα τους αναγνώρισε αφού τη βοήθησε και ο Ληφέρμορ που της υπενθύμισε ότι είναι ο γνωστός του άνδρα της και της ίδιας, ο Φιλεντέμ. Άνοιξε την πόρτα του φιλόξενου σπιτιού της για να τους προσφέρει φαγητό και τόπο να ξεκουραστούν.

Δεν μπορώ να μην αναφέρω τον ήρωα Νταμπακομανόλη τον συμπολεμιστή μου της Αλβανίας και της συμπλοκής μας με τους Γερμανοϊταλούς στη Δαμάστα. Οφείλω ακόμη να αναφερθώ και στην ηρωίδα Νταμπακομαρία και την Κατίνα Σπιθούρη για την δραματική όσο και ηρωική βοήθεια και συμπαράσταση στον τραυματία Νταμπακομανόλη. Όταν έπρεπε η Ανωγειανή ομάδα να αποχωρήσει από τη Μίθια για να αποφύγει την κύκλωσή της από τους Γερμανούς αφήσαμε σε μια τρύπα δίπλα στον Άγιο Μάμα της Μίθιας τον Νταμπακομανόλη με «νοσοκόμες» τις δυο παραπάνω γυναίκες. Άκουσα όμως με οδύνη μου τον γιατρό Γιάννη Σταυρακάκη να λέει στον Χριστομιχάλη, ότι «του τραυματία τα νύχια έχουν μαυρίσει και έχουν παγώσει και τα πόδια του και επομένως είναι ζήτημα ωρών η ζωή του». Τελικά ο ήρωας των Ανωγείων Νταμπακομανόλης έζησε και ευτύχησε να κάμει μια σπουδαία οικογένεια.

Θα κάμω όμως αναφορά και τους οκτώ(8) Ανωγειανούς «Λάζαρους». Και τους ονομάζω έτσι γιατί μόνο ο Λάζαρος αναστήθηκε από νεκρός όπως και αυτοί αναστήθηκαν γιατί φύγανε από το εκτελεστικό απόσπασμα των Γερμανών. Και είναι αυτοί οι παρακάτω :

1) Σμπώκος Ιωάννης, Σμπωκογιάννης

2) Κουνάλης Βασίλειος, Θοδωροβασίλης

3) Χαιρέτης Ελευθέριος, Κατσουφολευτέρης

4) Σταυρακάκης Ιωάννης, Κατσιφάρης

5) Φασουλάς Κωνσταντίνος, Μανολόκωστας

6) Φασουλάς Μιχαήλ, Μιχαήλος

7) Χαιρέτης Στεφανής, Δαμιανοστεφανής

Υποκλίνομαι σ’αυτούς τους ήρωες.

Μετά την καταστροφή των Ανωγείων άρχισε πάλι η ζωή. Από την περίοδο αυτή θα αφηγηθώ μερικά περιστατικά για την Ανωγειανή ανθρωπιά και φιλοτιμία.

Μου κάνει μια ιστορία ένας υπάλληλος της ΔΕΗ που είχε εντολή να πάει στ’Ανώγεια και να κόψει το ηλεκτρικό ρεύμα από 32 φτωχά σπίτια επειδή δεν πλήρωναν τους λογαριασμούς. «Πήγα στ’Ανώγεια και κάθισα στο μπακάλικο του Σωκράτη Σαλούστρου και τον ρώτησα αν ήταν γνωστοί του αυτοί που έπρεπε να τους κόψω το ρεύμα. Χωρίς να μου απαντήσει με ρωτά, είναι πολλά τα λεφτά που χρωστούνε αυτοί οι χωριανοί μου ; Του απάντησα ναι είναι πολλά. Χωρίς δεύτερη κουβέντα μου λέει : Κάτσε και κόψε όλα τα διπλότυπα κι εγώ θα σου τα πληρώσω, ώστε να μην κόψεις το ρεύμα των ανθρώπων. Όντως έγινε όπως μου είπε. Πλήρωσε ο Σωκράτης τους λογαριασμούς».

Συνεχίζοντας ο υπάλληλος της ΔΕΗ μου λέει : «κύριε Σκουλά είμαι από το Θραψανό και με λένε Γιάννη Μαυραντωνάκη, υπηρετώ 30 χρόνια στη ΔΕΗ και δεν είδα σε κανένα μέρος αυτό το πράγμα που έγινε στ’Ανώγεια». Ύμνησε έτσι με τα λόγια του τον τόπο αυτό. Ούτε λίγο ούτε πολύ μου είπε : «όσα είδα στ’Ανώγεια είναι για μένα πρωτόγνωρα. Αν και έχω τον μισό κόσμο γυρίσει δεν είδα αυτή τη χειρονομία του μπακάλη Σωκράτη Σαλούστρου πουθενά αλλού».

Θα αναφέρω ακόμη άλλη μια περίπτωση που μου διηγήθηκε ένας ανώτερος υπάλληλος του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων Αθηνών. Πήγε στ’Ανώγεια με τη γυναίκα και τα δυο του παιδιά. Κάθισαν στο καφενείο του Γρυλιού στο Περαχώρι και παραγγείλανε κάτι να πιούνε. Εκεί καθόταν ένας πελάτης, που τον έλεγαν Κίκη και είπε του Γρυλιού εγώ πληρώνω τα ποτά τους. Αμέσως αυτός ο Κίκης πήγε στο σπίτι του, έκοψε ένα κομμάτι τυρί και ψωμί και τα έφερε στο τραπέζι μας. Και λέει του καφετζή να φέρει πιοτό να πιούνε. Έκαμε ο Γρυλιός την παραγγελιά του Κίκη και αρχίσανε να πίνουν. Πάλι ο ίδιος, ο Κίκης, πηγαίνει στον κασάπη και παίρνει κρέας και το δίνει στη γυναίκα του να το ψήσει. Έγινε κι αυτό». Άμα εφάγανε όλοι μαζί ο άνθρωπος ήθελε να πληρώσει. Κι ο Κίκης του λέει : «να πας στο καλό κι αν έρθω καμιά φορά στην Αθήνα θα μου κάνεις τραπέζι». Αυτά μου τα διηγήθηκε αυτός ο Αθηναίος κι έλεγε και ξανάλεγε για τον υπέροχο λαό των Ανωγείων. Συμπτωματικά αυτός ο Κίκης ήταν ο αδελφός μου ο Χαραλάμπης.

Οι ωραιότεροι χρόνοι της ζωής μου ήτανε όταν οι Ανωγειανοί με τίμησαν ως Δήμαρχο Ανωγείων στα χρόνια 1958-1963. Εγώ εγεννήθηκα και εμεγάλωσα σ’αυτόν τον τόπο,. Μέχρι τότε δεν είχα νιώσει τη μεγάλη αξία αυτών των ανθρώπων. Όμως ως Δήμαρχος τους έζησα, ως συνεργάτες στα μικρά και μεγάλα έργα που έγιναν στο Δήμο μας. Ήταν όλοι μια μάζα, χωρίς υστεροβουλίες. Όλα εγίνοντο με μεγάλο πάθος και με ημερομίσθιο μόλις 24 δραχμές. Ευχαριστώ μέσα από την ψυχή μου όλους τους εμπειροτέχνες εργολάβους, τους μαστόρους, τους απλούς εργάτες κι όλους γενικά τους Ανωγειανούς που βοήθησαν να φτιάξομε ένα όμορφο δημοτικό και παραγωγικό έργο που ωφέλησε το χωριό και τους ανθρώπους του. Δεν ξέρω άλλα λόγια για να εκφράσω τον θαυμασμό και την εκτίμησή μου και την μεγάλη μου αγάπη για τους Ανωγειανούς και τ’Ανώγεια.

Τελειώνω. Δεν λιβανίζω κανένα. Δεν λέω παχιά λόγια για να με θυμούνται οι χωριανοί μου. Είναι λόγια ψυχής και αγάπης.

Μια παραγγελία κάνω. Η α γ ά π η αρρώστησε βαριά. Μην την αφήσετε να πεθάνει. Γιατί δε χρειάζεται στον Άδη. Χρειάζεται στη ζωή και μόνο. Μεγάλοι υπάρχουν λίγοι.

Οι μικροί είναι πολλοί και καλοί.

Στην μοναχοθυγατέρα μου Νίκη και στην οικογένειά της αφήνω την περιουσία μου που είναι καταδική της.

Την ευχή μου

Ελευθέριος Εμμ. Σκουλάς, Κανονολευτέρης

ΥΣ. Ήθελα να κάμω πολλά στα αγαπημένα μου Ανώγεια αλλά δεν μπόρεσα και φεύγω χρεωμένος

Ο Γιώργος Καλογεράκης είναι δάσκαλος-ερευνητής


Πηγή: http://www.patris.gr/articles/81322/

Η μάχη Μίθιας στον Ψηλορείτη, 5 Σεπτεμβρίου 1944

Η μάχη Μίθιας στον Ψηλορείτη, 5 Σεπτεμβρίου 1944

Από το βιβλίο του Γεωργίου Κάββου Γερμανοϊταλική κατοχή και Αντίσταση Κρήτης 1941-1945

Το πρωί της 5 Σεπτεμβρίου 1944 και πριν από την ανατολή του ηλίου ανεχώρησαν από τη Μίθια ο Τομ Νταμπάμπιν, ο Εμμ. Κελαϊδής, Εμμ. Παπαδογιάννης, Μιχ. Ξυλούρης ή Χριστομιχάλης, παπάς Ιωάννης Σκουλάς ή Παπαγιάννης και μερικοί ένοπλοι, για να πάνε στη Μονή Αρκαδίου, όπου επρόκειτο να γίνει παγκρήτια σύσκεψη της ΕΟΚ στην οποία να πάρουν μέρος ο αρχηγός Γεωργ. Πετρακογιώργης, ο στρατιωτικός υπεύθυνος του Νομού Ρεθύμνης αντισυνταγματάρχης Χρήστος Τζιφάκης και άλλοι αντιπρόσωποι από τους Νομούς Χανίων, Ηρακλείου και Λασιθίου και στην οποία επρόκειτο να συζητηθεί η ενοποίηση της αντιστάσεως και η συνεργασία όλων των Ενόπλων Ομάδων της ΕΟΚ και του ΕΛΑΣ.

Την ίδια ώρα ανεχώρησαν από τη Μίθια ο στρ/κος διοικητής Ηρακλείου αντ/ρχης Ανδρέας Νάθενας συνοδευόμενος από το στρατιώτη Ελευθέριο Χαιρέτη ή Κατσουφολευτέρη και τον Τηλέμαχο Χαιρέτη και πήγαν στην τοποθεσία Πρίνος της περιοχής Ασιτών, όπου βρισκόταν η μάντρα του Ευριπίδη Χαιρέτη, με κατεύθυνση προς την επαρχία Μαλεβιζίου, για να συναντηθεί με τη Νομαρχιακή Επιτροπή της ΕΟΚ Ηρακλείου και ν’ αναλάβει επισήμως τα καθήκοντα του στρατιωτικού υπεύθυνου του νομού.

Στο λημέρι της Ανεξάρτητης Ομάδας Ανωγείων, παρέμεινε ο λοχαγός Γεώργιος Κάββος, επιτελάρχης Αντάρτικων Ομάδων Ψηλορείτη, ο οποίος σύμφωνα με τις αποφάσεις της συσκέψεως της Μίθιας θα άρχιζε τη στρατιωτική οργάνωση των ομάδων Ψηλορείτη των οργανώσεων Ε.Ο.Κ και ΕΛΑΣ αρχίζοντας από την Ομάδα Ανωγείων.

Πριν να ανατείλει ο ήλιος, είχαν ξυπνήσει μερικοί άνδρες της ομάδας Ανωγείων και παρασκεύαζαν συσσίτιο (βραστό κρέας) κοντά στην εκκλησία του Αγίου Μάμα, όπου δίπλα κοιμόταν ο λοχαγός Γεώργιος Κάββος, τον οποίο ξύπνησαν, για να τους προσφέρουν λίγο κρέας από τη σπάλα του αρνιού (κουτάλα) που κρατούσε ο γέρος Σταύρος Μανουράς, που αφού μελέτησε τα σημάδια της σπάλας κατά το κρητικό έθιμο, φώναξε: “Θεόψυχα μου και κυκλωμένους μας έχουν οι Γερμανοί”. Ολοι οι παρευρισκόμενοι γύρω από το καζάνι γέλασαν γιατί δεν πίστεψαν ότι οι Γερμανοί ήταν δυνατόν να βγουν στη Νίδα.

Δεν πέρασαν όμως δύο λεπτά και ένας αντάρτης ερχόμενος από την κατεύθυνση της εκκλησίας φώναξε δυνατά: “οι Γερμανοί στο Κορίτσι”, θέση που βρισκόταν 1000 μέτρα ανατολικά της Μίθιας.

Αμέσως ο Γεώργιος Κάββος πήρε τα κυάλια του και πήγε στη γωνιά της εκκλησίας, απ’ όπου μπορούσε να βλέπει τη θέση “Κορίτσι” και διαπίστωσε ότι γύρω από το πηγάδι του Κοριτσιού, βρίσκονταν 180-200 Γερμανοί, όπως υπολόγισε, δύναμη που αντιστοιχούσε με μια διλοχία.

Κατόπιν ερεύνησε το χώρο μεταξύ της Μίθιας και του Κοριτσιού και είδε ότι σε απόσταση 300 μέτρων από το λημέρι ανέβαιναν 5-6 Γερμανοί ακροβολιστές. Τη στιγμή που ακούστηκε η φωνή “Γερμανοί στο Κορίτσι” ξύπνησαν οι άνδρες της ομάδας που κοιμώνταν ακόμα και χωρίς να καταλάβουν τι συνέβαινε υπέστησαν σύγχυση και πανικό και πολλοί έτρεχαν προς την αντίθετη κατεύθυνση που ήταν οι Γερμανοί, προς τη Νίδα.

Ο λοχαγός Γεώργιος Κάββος γνωρίζοντας ότι ο αρχηγός της ομάδας Μιχ. Χρ. Ξυλούρης ή Χριστομιχάλης είχε αναχωρήσει για τη Μονή Αρκαδίου, ανέλαβε πρωτοβουλία.

Αντιλήφθηκε ότι με τις συνθήκες εκείνης της στιγμής δεν ήταν δυνατόν να αντιτάξει καμία αντίσταση κατά των Γερμανών που πλησίαζαν στη θέση Μίθια και φώναξε δυνατά: “Είναι ζήτημα τιμής να πάρουμε και να σώσομε τον τραυματία, να συμπτυχθείτε στο Πυργάκι”.

Αμέσως πήραν τον τραυματία του σαμποτάζ της Δαμάστας Εμμ. Σπινθούρη ή Νταμπακομανώλη από την εκκλησία όπου βρισκόταν, και με ένα πρόχειρο φορείο οι Χριστόδουλος Σμπώκος, Κων/νος Β. Κεφαλογιάννης ή Κουντόκωστας, Νικηφόρος Καλλέργης και μερικοί άλλοι κινήθηκαν προς δυσμάς, αλλά γρήγορα το φορείο έσπασε και τον μετέφεραν στις πλάτες ο ένας μετά τον άλλο στο ύψωμα Πυργάκι και από εκεί σε κοντινή σχιμή εδάφους (ταυκάκι), όπου ήταν ασφαλής. Ενώ απομακρύνονταν οι άνδρες που μετέφεραν τον τραυματία και ήσαν έτοιμοι ν’ απομακρυνθούν οι τελευταίοι, ο λοχαγός Γεώργιος Κάββος και ο Νικόλαος Σταυρακάκης ή Αεροπόρος, έπεσαν και εξεράγησαν τρία βλήμματα όλμου κοντά τους και τα χώματα και οι πέτρες τους σκέπασαν, χωρίς να τραυματιστούν, και υποχώρησαν και αυτοί στο ύψωμα Πυργάκι.

Τις εκρήξεις των βλημμάτων και τους Γερμανούς που βρίσκονταν στο “Κορίτσι” αντιλήφθηκε ο βοσκός Εμμ. Φασουλάς ή Στιβακτομανώλης που ήταν και ένοπλος του ΕΛΑΣ και έτρεξε στη θέση Τσουνιά και ειδοποίησε τον καπετάνιο του ΕΛΑΣ Ιωάννη Ποδιά, ο οποίος, αντί να παραμείνει στη θέση που βρισκόταν μαζί με την Ανεξάρτητη Ομάδα Ανωγείων, να κυκλώσουν τους Γερμανούς και να τους αναγκάσουν να παραδοθούν, πήρε τους 9 ενόπλους που είχε μαζί του και αφήκε στα Τσουνιά τους άοπλους αντ/ρχη Εμμ. Θεοδωράκη, τον πολιτικό καθοδηγητή δικηγόρο Κων/νο Μαμαλάκη, το Γύπαρη Κων/νου Μανουρά ή Ζωνό, τον Εμμ. Βλαντά ή Καραντινό, το Γεώργιο Σφακιανάκη και δύο χωροφύλακες και κινήθηκε προς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που βρίσκονταν οι Γερμανοί, και το μεσημέρι έφτασε στη θέση Ασφενταμιά ή Τσιλαθιά, όπου βρισκόταν τμήμα της ομάδας Κρουσώνα με τους Ιωαν. Ανδρεαδάκη και Χαράλαμπο Γιανναδάκη.

Τη νύχτα της 4ης προς 5ης Σεπτεμβρίου 1944 έφτασαν στο χωριό Κρουσώνας τρεις λόχοι γερμανικού στρατού με αυτοκίνητα που έστειλε ο διοικητής του 65 Συντάγματος, που είχε την έδρα του στο Βενεράτο, συντ/ρχης Μπένταμ ύστερα από διαταγή του Βάλτερ Μύλλερ που ήθελε να πληροφορηθεί εάν στη Νίδα βρίσκονταν αντάρτες, γιατί φοβόταν ότι θα προσβάλουν τις γερμανικές φάλαγγες που εκινούνταν από το Νομό Λασιθόιυ με τους Γερμανούς που αποχωρούσαν από εκεί και πήγαιναν στα Χανιά.

Η κύρια αποστολή των τριών γερμανικών λόχων ήταν να εξερευνήσουν τα κρουσανιώτικα βουνά, το Οροπέδιο της Νίδας και τη Β.Α. πλευρά του Οροπεδίου, τα υψώματά του της ορεινής περιοχής, μεταξύ Γωνιών και Ανωγείων και να διαρπάσουν τα αιγοπρόβατα που θα συναντούσαν.

Ο ένας γερμανικός λόχος που προερχόταν από τον Αγιο Μύρωνα κινήθηκε με οδηγό προς τη θέση Πενταχέρι, όπου βρίσκονται πηγάδια και ποτιστήρια αιγοπροβάτων, και έφτασε εκεί με την ανατολή του ήλιου, την ώρα κατά την οποία πότιζαν τα αιγοπρόβατα του ο Εμμ. Σκουλάς ή Μάνωλας και ο Μιχ. Σκουλάς ή Μπεκιάνης βοηθούμενοι από τις δύο μικρές κόρες τους 15-16 χρονών την Ολγα Σκουλά και την Ανδρονίκη Σκουλά.

Μόλις αντιλήφθηκαν τους Γερμανούς, ο Εμμ. Σκουλάς και ο Μιχ. Σκουλάς έφυγαν και άφησαν τις δυο νέες στο ποτιστήρι με τη σκέψη ότι δεν θα τις πείραζαν οι Γερμανοί, οι οποίοι όμως τις συνέλαβαν και πήραν και όλα τα αιγοπρόβατα και επέστρεψαν στον Κρουσώνα και από εκεί στον Αγιο Μύρωνα, όπου τις φυλάκισαν. Οι δύο άλλοι γερμανικοί λόχοι, που δεν είναι γνωστό από ποια Μονάδα προέρχονταν, ζήτησαν από το Γερμανό αξ/κό του Σταθμού Κρουσώνα υπαξ/κό Ριχάρδο Χάαρ και τους προμήθευσε πέντε ζώα στα οποία φόρτωσαν ένα όλμο και πυρομαχικά και κατόπιν ανεχώρησαν πριν από την αυγή και από ημιονικό δρόμο που περνά μέσα από τη στενωπό του Χαλασά και δια του Λαγκού του Βλάχου έφτασε στο Βρωμονερό και επό εκεί την αυγή πήγε στο Πηγάδι Κοριτσιού. Είναι άξιο περιέργειας το ότι, ενώ γίνονταν μεγάλος θόρυβος στον Κρουσώνα κατά τη νύχτα αυτή από την παρουσία 300 Γερμανών και κατά την εξεύρεση των ζώων, δε βρέθηκε κανείς Κρουσανιώτης να τρέξει προς το βουνό και να ειδοποιήσει την αντάρτικη ομάδα του Κρουσώνα, που βρισκόταν στη θέση Ασφενταμιά ή Τσιλαθιά, και τις άλλες ανταρτικές δυνάμεις που βρίσκονταν στη Μίθια και τον ΕΛΑΣ Ηρακλείου που βρίσκονταν στη θέση Τσουνιά. Επίσης, δεν ξέρομε εάν η ομάδα του ΕΛΑΣ Ηρακλείου που βρίσκονταν στη θέση Τσουνιά αντιλήφθηκε τους Γερμανούς, όταν περνούσαν από το Λαγγό του Βλάχου, και για ποιο λόγο δεν ειδοποίησε για την κίνηση των Γερμανών την Ανεξάρτητη Ομάδα Ανωγείων στη Μίθια.

Οι Γερμανοί ακροβολιστές έφτασαν στο λημέρι της Μίθιας, κατέστρεψαν το καζάνι και πυρπόλησαν τις κουβέρτες και ό,τι άλλο βρήκαν. Η λεηλασία του λημεριού κράτησε μια ώρα.

Πήραν τους γυλιούς των αξ/κών και το χαρτοφύλακα του αντ/ρχη Ανδρέα Νάθενα στον οποίο υπήρχαν τοπογραφικοί χάρτες και επέστρεψαν στο “Κορίτσι”. Οταν έφτασε στο Πυργάκι ο λοχαγός Γεώργιος Κάββος, παρατήρησε με τα κυάλια του προς την περιοχή του Οροπεδίου της Νίδας και αντιλήφθηκε ότι το λημέρι δεν είχε κυκλωθεί και δε φαίνονταν πουθενά άλλοι Γερμανοί. Τότε απαγόρευσε στους αντάρτες που ήταν μαζί του, να πυροβολήσουν τους ανιχνευτές και τους διέταξε να παραμείνουν πίσω από το ύψωμα, γιατί σκέφτηκε ότι έπρεπε να επιτεθούν εναντίον των Γερμανών και να τους αιφνιδιάσουν. Αμέσως τράβηξε το πιστόλι του και φώναξε δυνατά: “Πρέπει να κτυπήσομε τους Γερμανούς, όποιος θέλει να ‘ρθει μαζί μου”.

Εικοσιπέντε άνδρες πλησίασαν και συμφώνησαν μαζί του που ήσαν: Νικόλαος Γ. Σταυρακάκης ή Αεροπόρος, Γεώργιος Στ. Δραμουντάνη ή Στεφανογιώργης, Χριστόδουλος Ι. Σμπώκος, Κων/νος Β. Κεφαλογιάννης ή Κουντόκωστας, Κων/νος Ι. Πασπαράκης ή Πετρόκωστας, γιατρός Ιωαν. Α. Σταυρακάκης, Βασίλειος Καλλέργης ή Γαρτζόλης, Βασίλειος Σαβ. Δραμουντάνης ή Σαββοβασίλης, Εμμ. Κοντόκαλος, Εμμ. Δημ. Κεφαλογιάννης ή Πλατυγιάννης, Ιωαν. Κων/νου Σμπώκος ή Κωστακογιάννης, Δημοσθένης Ξυλούόρης, δεκανέας Ανδρέας Νάθενας από Κορφές Μαλεβιζίου, σμηνίτης Εμμ. Μανιαδής από Αστυράκι, χωρ/κας Ιωαν. Χαχλάκης, χωρ/κας Ευαγ. Πετρογιάννης, πέντε Ρώσοι, Νικ. Μπορσώφ, Πέτρος Σμακώφ, Μιχ. Χολιακώφ, Ιωαν. Φαραφωκώφ, Γεωργ. Πετρώφ, Εμμ. Δραμουντάνης ή Μαυριάς.

(Σημείωση: Στο σημείο αυτό ο συγγραφέας είχε αφήσει ένα κενό για να συμπληρώσει τα ονόματα, που δυστυχώς δεν πρόλαβε).

Από τη θέση Πυργάκι κινήθηκε μια περίπολος με επικεφαλής τον Ιωαν. Κων/νου Σμπώκο ή Κωστακογιάννη με τέσσερις άνδρες, μεταξύ των οποίων ήταν ο σμηνίτης Εμμ. Μανιαδής, προς το λημέρι της Μίθιας, για να ελέγξουν εάν είχαν τοποθετήσει εκεί νάρκες.

Αμέσως ακολούθησαν και οι υπόλοιποι άνδρες της ομάδας καλυμμένοι, ώστε να μην τους βλέπουν οι Γερμανοί και προχώρησαν στο ύψωμα Φουρνί. Μόλις επέστρεψαν οι Γερμανοί ανιχνευτές στο “Κορίτσι”, και η διλοχία κινήθηκε προς τη θέση Αγγουρόλακκος όπου υπάρχει ένα μικρό λεκανοπέδιο, σταμάτησαν και ο διοικητής της διλοχίας ήταν αναποφάσιστος για το δρομολόγιο που έπρεπε ν’ ακολουθήσει, να επιστρέψει στον Κρουσώνα ή να κινηθεί προς την περιοχή των χωριών Γωνιές και Ανώγεια.

Την ώρα αυτή ο λοχαγός Γεώργιος Κάββος που δεν εγνώριζε την περιοχή, ζήτησε πληροφορίες από τα στελέχη των ανταρτών Νικόλαο Σταυρακάκη ή Αεροπόρο, Γεώργιο Δραμουντάνη ή Στεφανογιώργη για τη διαμόρφωση του εδάφους και τον πληροφόρησαν ότι υπάρχει μια βαθειά χαράδρα στη δυτική πλευρά του Αγγουρόλακκου που λέγεται Γαϊδουροπάτημα, απ’ όπου περνά ημιονικός δρόμος στον οποίο μπορούσαν να κινηθούν τα ζώα που είχαν μαζί τους οι Γερμανοί και που οδηγούσε στην περιοχή των Γωνιών ή των Ανωγείων και ότι αυτό ήταν το μοναδικό δρομολόγιο που θα ακολουθούσαν οι Γερμανοί. Τότε ο λοχαγός σκέφτηκε ότι μπορούσε να αποκλείσει τους Γερμανούς, μόλις θα έμπαιναν στη χαράδρα, και μοίρασε τους άνδρες που τον ακολουθούσαν σε δυο ομάδες.

Η μια με επικεφαλής το Νικόλαο Σταυρακάκη ή Αεροπόρο και τους Κων/νο Β. Κεφαλογιάννη ή Κουντόκωστα, που είχε μαζί του οπλοπολυβόλο, τον Εμμ. Δημ. Κεφαλογιάννη ή Πλατυγιάννη γεμιστή του οπλοπολυβόλου, και τους Εμμ. Κοντόκαλο, χωρ/κα Ιωάννη Χαχλάκη, χωρ/κα Ευαγ. Πετρογιάννη, κινήθηκε σχεδόν τρέχοντας και εγκαταστάθηκε στην έξοδο της στενωπού, για να παρεμποδίσει τη διαφυγή των Γερμανών, εάν έμπαιναν στο Γαϊδουροπάτημα. Οι άλλοι άνδρες αποτέλεσαν ομάδα υπό το Γεώργιο Στ. Δραμουντάνη ή Στεφανογιώργη και τους Κων/νο Πασπαράκη ή Πετρόκωστα με οπλοπολυβόλο, Δημοσθένη Ξυλούρη γεμιστή οπλοπολυβόλου, Χριστόδουλο Ιωαν. Σμπώκο, Βασίλειο Σάββα Δραμουντάνη ή Σαββοβασίλη, Ιωάννη Κων/νου Σμπώκο ή Κωστακογιάννη, Βασίλειο Καλλέργη ή Γαρτζόλη, γιατρό Ιωάννη Αναστ. Σταυρακάκη, Εμμ. Δραμουντάνη ή Μαυριά, δεκανέα Ανδρέα Νάθενα, σμηνίτη Εμμ. Μανιαδή ή Τσαπαρλά και οι πέντε Ρώσσοι.

Η δεύτερη ομάδα που την παρακολουθούσε ο λοχαγός Γεώργιος Κάββος κατέλαβε θέσεις μάχης στο ύψωμα Φουρνί σε αραιά διάταξη με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποκλείσουν τους Γερμανούς από τη νότια πλευρά του Αγγορόλακκου και να είναι σε θέση να κλείσουν τη στενωπό Γαϊδουροπάτημα, όταν θα έμπαιναν σ’ αυτή οι Γερμανοί.

Μέχρι αυτή τη στιγμή όλες οι κινήσεις των ανταρτών έγιναν με προσοχή και προφυλάξεις και οι Γερμανοί δεν τους είχαν αντιληφθεί, όταν όμως επρόκειτο να κινηθούν από το δεξιό της παρατάξεως των ανταρτών, το ταχυβόλο του γιατρού Ιωαν. Σταυρακάκη έριξε ένα πυροβολισμό και, όταν αργότερα, ρωτήθηκε γιατί πυροβόλησε, δικαιολογήθηκε ότι η σκανδάλη του ταχυβόλου του μπέρδεψε σε ένα θάμνο.

Μόλις οι Γερμανοί άκουσαν τον πυροβολισμό εξεπλάγησαν, γιατί δεν περίμεναν την επιστροφή των ανταρτών που ήσαν έτοιμοι να τους επιτεθούν και να τους καταδιώξουν.

Ο λοχαγός Γ. Κάββος όρθιος πάνω από τη θέση του οπλοπολυβόλου του Κων/νου Πασπαράκη ή Πετρόκωστα αντιλήφθηκε ότι το στοιχείο αιφνιδιασμού είχε χαθεί και διέταξε τον οπλοπολυβολητή και εκτέλεσε πυρά κατά των Γερμανών, αφού καθόρισε κλισιοσκόπιο 250 μέτρα, για να σκοτώσει όσο περισσότερους Γερμανούς μπορέσει στη μέση του Αγγορόλακου, όπου ήσαν όλοι συγκεντρωμένοι. Με τις πρώτες ριπές, που κανείς δεν ξέρει τι αποτέλεσμα έιχαν, οι Γερμανοί διασκορπίστηκαν, κατέλαβαν θέσεις μάχης και προσπάθησαν να αναγνωρίσουν τη θέση απ’ όπου εβάλονταν με το οπλοπολυβόλο των ανταρτών. Εστρεψαν δυο έως τρία οπλοπολυβόλα και έβαλαν καταιγιστικά πυρά στο βράχο της θέσεως Φουρνί, που ήταν ακόμα όρθιος, αναγκάστηκε και έπεσε πρηνηδός, όταν ένας από τους άνδρες που ήταν κοντά του βλαστημώντας του φώναξε, “πέσε κάτω, γιατί θα σε σκοτώσουν”. Συγχρόνως με την έναρξη των πυρών του οπλοπολυβόλου άρχισαν και όλοι οι άνδρες να βάλλουν εναντίον των Γερμανών.

Μόλις άκουσε τους πυροβολισμούς η ομάδα του Νικ. Σταυρακάκη, έφυγε από τη στενωοπό Γαϊδουροπάτημα και έτρεξε στη δυτική πλευρά του Αγγουρόλακου, απ’ όπου οι άνδρες που την αποτελούσαν άρχισαν πυρά κατά των Γερμανών που βρέθηκαν αποκλεισμένοι από τη δυτική και νότια πλευρά του. Εάν την ώρα αυτή κατά την οποία συνεχιζόταν η μάχη βρισκόταν στη θέση Τσουνιά ο ΕΛΑΣ Ηρακλείου με τον καπετάνιο Ιωαν. Ποδιά και απέκλεισε τους Γερμανούς από τη βόρειο πλευρά του Αγγουρόλακκου και εάν η ομάδα του Κρουσώνα με καπετάνιους τους Ιωαν. Ανδρεαδάκη και Χαραλ. Γιανναδάκη έσπευδαν να καταλάβουν το ύψωμα Μικρή Μαδαρή, οι Γερμανοί θα κυκλώνονταν και ήσαν υποχρεωμένοι να παραδοθούν.

Πάντως, η μάχη συνεχιζόταν και τις πρώτες απογευματινές ώρες βρέθηκαν σε πλήρη σύγχυση, πανικοβλήθηκαν και τράπηκαν σε άτακτη φυγή, διαλυμένοι προς το ύψωμα Μικρή Μαδαρή, όπου κατέλαβαν θέσεις μάχης, για ν’ αντιτάξουν μια τελευταία απεγνωσμένη άμυνα, αφού εγκατέλειψαν στον Αγγουρόλακο τον όλμο και κατέστρεψαν με μια χειροβομβίδα που τοποθέτησαν στο σωλήνα του, και πέντε ζώα φορτωμένα με πυρομαχικά, τουφέκια σκοτωμένων και τραυματιών, τους οποίους πήραν μαζί τους, χλαίνες, σακίδια, τους γυλιούς και το χαρτοφύλακα, που είχαν αρπάξει από το λημέρι των ανταρτών, άθικτο. Οι αντάρτες της Ανεξάρτητης Ομάδας Ανωγείων συνέχιζαν τα πυρά και διαρκώς πλησίαζαν προς τους Γερμανούς, χωρίς όμως να μπορούν να τους επιτεθούν στις ψηλότερες θέσεις που ήσαν.

Η μάχη συνεχίστηκε όλο το απόγευμα και στις 6μ.μ. οι Γερμανοί άρχισαν να υποχωρούν ρίχνοντας φωτοβολίδες και σε πλήρη διάλυση έτρεχαν προς την κατεύθυνση του χωριού Κρουσώνας, όπου κατόρθωσαν να συγκεντρωθούν την αυγή, επιβιβάστηκαν στα αυτοκίνητα και επανήλθαν στο Ηράκλειο. Ούτε αυτή την ώρα ο ΕΛΑΣ που βρισκόταν με τμήμα της ομάδας Κρουσώνα στη θέση Ασφενταμιά ή Τσιλαθιά καταδίωξε τους υποχωρούντες Γερμανούς.

Κοντά στο τέλος της μάχης έφτασαν από την κατεύθυνση του Βρωμονερού οι Κρουσανιώτες Δημήτριος Δαμαλάκης και Ιωάννης Γωνιανάκης ή Μανιακογιάννης και πήραν μέρος στη μάχη.

Οι Ανωγειανοί δεν καταδίωξαν τους Γερμανούς στο ύψωμα Μαδαρή, γιατί μέχρι αυτή την ώρα δεν είχαν καμιά απώλεια σε νεκρούς και τραυματίες και θεώρησαν καλό να αρκεστούν στη νίκη τους.

Οταν τελείωσε η μάχη, το τμήμα της Ανεξάρτητης Ομάδας Ανωγείων που πήρε μέρος στη μάχη επέστρεψε στο λημέρι της Μίθιας, όπου έφτασαν και οι άοπλοι του ΕΛΑΣ Ηρακλείου με τους αντ/ρχη Εμμ. Θεοδωράκη και Κων/νο Μαμαλάκη. Για ν’ αποφύγουν απώλειες την τελευταία στιγμή από τους Γερμανούς στρατιώτες τραυματίες, που θα είχαν πιθανόν παραμείνει στο πεδίο της μάχης, δεν επιτράπηκε η εξερεύνηση της περιοχής, αλλά παρ’ όλα αυτά μερικοί αντάρτες πήγαν στον Αγγουρόλακο και περισυνέλεξαν τον κατεστραμμένο όλμο, πέντε ζώνα φορτωμένα πυρομαχικά, μερικά τουφέκια, ίσως τραυματιών ή σκοτωμένων, τους γυλιούς που είχαν πάρει από το λημέρι, το χαρτοφύλακα άθικτο ακόμα, σακίδια των Γερμανών στρατιωτών με καφέ και μπισκότα, ζεύγη αρβύλες και τα έφεραν στο λημέρι.

Οι Γερμανοί είχαν απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες από μαρτυρίες Ηρακλειωτών που είδαν να τους μεταφέρουν σε δύο καμιόνια στο Ηράκλειο από μπαλκόνι σπιτιού στη λεωφόρο Καλοκαιρινού.

Οι αντάρτες δεν είχαν καμία απώλεια ούτε σε νεκρούς ούτε σε τραυματίες. Ολοι μαζί οι Ανωγειανοί συζήτησαν εάν έπρεπε ν’ απομακρυνθούν από το Οροπέδιο της Νίδας, γιατί υπήρχε η πιθανότητα να βληθούν από το γερμανικό πυροβολικό ή ακόμα να σταλούν μεγάλες δυνάμεις, όσο και εάν εθεωρούνταν απίθανο. Συμφώνησαν ότι έπρεπε να απομακρυνθούν προς την επαρχία Μυλοποτάμου και να ειδοποιήσουν τις άλλες αντάρτικες ομάδες του καπετάν Γ. Πετρακογιώργη, Γρηγορίου Χρυσού και του ΕΛΑΣ Ρεθύμνης. Αμέσως στάλθηκαν σύνδεσμοι και τους ειδοποίησαν, όπως και τα γύρω χωριά, για να πάρουν μέτρα ασφαλείας, γιατί κανείς δεν μπορούσε να ξέρει τις αντιδράσεις των Γερμανών και ο λοχαγός Γεώργιος Κάββος έστειλε ένα σημείωμα στη Μονή Αρκαδίου προς τον αρχηγός της Ανεξάρτητης ομάδας Μιχ. Ξυλούρη ή Χριστομιχάλη, στο οποίο έγραφε: “Αγαπητέ Μιχάλη

Περί ώραν 08.30 δύναμις Γερμανών προερχομένη εκ περιοχής Βρωμονερού ενεφανίσθη εις λάκκον Κοριτσιού και ακροβολισθείσα προς Δώματα Μίθιας μας αιφνιδίασαν και δι’ όλμων μας έριξαν εις Περιβόλια και υψώματα Μίθιας και Εκκλησίαν. Παρελάβομεν τον τραυματία και συνεπτύχθημεν εις ύψωμα “Πυργάκι” από όπου μετά λύπης παρακολουθήσαμεν την καταστροφήν των πάντων εις το λημέρι και είναι εξακριβώσωμεν εάν είμεθα κυκλωμένοι πανταχόθεν. Την 11.00 ώρα διεπιστώσαμεν ότι δεν είμεθα κυκλωμένοι και ο εχθρός ανεχώρει, οπότε του επετέθημεν εις Αγγορόλακκον, τους διαλύσαμεν με πολλάς απωλείας, αναγκάσαντες αυτούς να συμπτυχθούν προς Μαδαρήν.

Κατέστρεψαν δυστυχώς τον μοναδικόν όλμον που διέθεταν. Ουδεμίαν απώλεια είχαμεν. Ως λάφυρα κατελάβομεν 5 όνους φορτωμένους με υλικά πάσης φύσεως. Πλείστα εκ των πυρομαχικών περισώσαμεν.

Ειδοποίησα τα χωριά να λάβουν τα μέτρα των τόσο εις Ανώγεια όσον και εις Ζωνιανά και Μαλεβιζιώτικη Ρίζαν.

Ειδοποιήσατε Πετρακογιώργη, μήπως γίνη κύκλωση Πληροφορίας περί θέσεών μας από χωριά όπου συνδέθημεν.

Μίθια 5 Σεπτεμβρίου 1994

Γεώργιος Κάββος

Λοχαγός Πεζικού



Πηγή: http://www.patris.gr/articles/93210/

«Ούτε ένα σπίτι δεν ήταν όρθιο»...

Ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο


«Ούτε ένα σπίτι δεν ήταν όρθιο»...

«Όταν δέκα μέρες μετά την αποχώρησή τους ο ρασοφόρος καλόγερος με οδήγησε με ήρεμη υπερηφάνεια ανάμεσα στα χαλάσματα, ούτε ένα σπίτι δεν ήταν όρθιο. Οι Γερμανοί είχαν αφήσει τις τρεις εκκλησίες, αλλά ο δρόμος μας ήταν μπλοκαρισμένος σε κάθε βήμα μας από σωρούς από πέτρες και σπασμένα κεραμίδια»…

Του Γιώργη Καλογεράκη

Ο Λοχαγός Σάντυ Ρέντελ ή Αλέξης έφτασε στην Κρήτη με σκάφος στις 7 Σεπτεμβρίου 1943. Είχε οριστεί από το Συμμαχικό στρατηγείο υπεύθυνος αξιωματικός για τον Νομό Λασιθίου. Μαζί του ταξίδευε την ίδια νύχτα της 7ης Σεπτεμβρίου 1943 και ο Ανωγειανός Παπαγιάννης Σκουλάς, επιστρέφοντας κι αυτός για την Κρήτη, μετά την εκπαίδευσή του σαν κομάντος αλεξιπτωτιστής, (μοναδικός ιερέας αλεξιπτωτιστής στον κόσμο), και που οι σύμμαχοι τον ονόμαζαν ιπτάμενο παπά (FRIAR TUCK).
Ο Σάντυ Ρέντελ ή Αλέξης έμεινε στην Κρήτη μέχρι την απελευθέρωση. Κατόπιν εξέδωσε ένα βιβλίο με τις εμπειρίες του κατά την διάρκεια της παραμονής του στο νησί με τίτλο : «Appointment in Crete», που στα Ελληνικά μεταφράζεται «Ραντεβού στην Κρήτη».

Appointment In Crete. The Story Of A British Agent

Στο βιβλίο του και στις σελίδες 209-210 ο Σάντυ Ρέντελ περιγράφει με ένα μοναδικό τρόπο την είσοδό του στα Ανώγεια, μαζί με τον Παπαγιάννη Σκουλά. Η περιγραφή των ερειπίων, των πυρπολημένων σπιτιών καθώς και ο διάλογός του με τον Παπαγιάννη, συγκλονίζουν τον αναγνώστη.
…τη δεύτερη μέρα ήρθε μαζί μας ο παλιός μου φίλος από τις μέρες της εκπαίδευσης στα αλεξίπτωτα, ο ρασοφόρος καλόγερος (FRIAR TUCK), ο ιπτάμενος παπάς. Ήταν κάτι παραπάνω από ένα χρόνο από τότε που εκπαιδευόμαστε μαζί στη Χάιφα, αλλά φαινόταν, αναπολώντας τις παλιές περιπλανήσεις μας από τότε, σαν να είχαμε ζήσει μια ολόκληρη ζωή στην Κρήτη. Και για το ρασοφόρο καλόγερο τουλάχιστον ολόκληρη η πορεία της ζωής είχε βίαια αλλάξει. Ήταν πρεσβύτερος στα Ανώγεια, ένα από τα μεγαλύτερα και πιο ευημερούντα χωριά του νησιού. Οι τέσσερις χιλιάδες κάτοικοί του ήταν φημισμένοι για τα ωραία χαλιά που ύφαιναν από το μαλλί των κοπαδιών τους στο όρος Ίδη, αλλά οι Γερμανοί ήξεραν ότι οι Ανωγειανοί μας βοηθούσαν. Ίσως είχαν το φόβο ότι οι Ανωγειανοί θα πυροβολούσαν τα οχήματά τους καθώς θα εγκατέλειπαν το Ηράκλειο δυτικά προς το Ρέθυμνο δια μέσου των λόφων. Έτσι ή αλλιώς μερικές εβδομάδες νωρίτερα τα Ανώγεια είχαν τελείως καταστραφεί.
ΣΤΑ ΧΑΛΑΣΜΑΤΑ
Είναι δύσκολο για οποιονδήποτε που δεν το είδε να φανταστεί τη σκηνή της ηθελημένης εκτεταμένης καταστροφής. Οι Γερμανοί είχαν περικυκλώσει το χωριό αλλά οι περισσότεροι από τους άνδρες κοιμόταν τελευταία έξω από φόβο ξαφνικής επίθεσης κι έτσι ξέφυγαν. Οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν. Οι γυναίκες και τα παιδιά οδηγήθηκαν τότε στην πλαγιά του λόφου και άρχισε το έργο της κατεδάφισης. Αναφέρονταν ότι όσοι ήταν κατάκοιτοι κάηκαν ή ανατινάχτηκαν μέσα στα σπίτια. Πάντως μια ομάδα μηχανικών έμεινε στο χωριό για ένα δεκαπενθήμερο ανατινάζοντας μεθοδικά ή πυρπολώντας κάθε κατοικία.
Όταν δέκα μέρες μετά την αποχώρησή τους ο ρασοφόρος καλόγερος με οδήγησε με ήρεμη υπερηφάνεια ανάμεσα στα χαλάσματα ούτε ένα σπίτι δεν ήταν όρθιο. Οι Γερμανοί είχαν αφήσει τις τρεις εκκλησίες, αλλά ο δρόμος μας ήταν μπλοκαρισμένος σε κάθε βήμα μας από σωρούς από πέτρες και σπασμένα κεραμίδια ή κομμάτια από πιθάρια στα οποία αποθηκεύονταν το λάδι και το κρασί του χωριού. Στο δυσδιάκριτο πέρασμα των δρόμων του χωριού προχωρήσαμε πρώτα στην εκκλησία του ρασοφόρου Καλόγερου, τη μεγαλύτερη από τις τρεις. Ήταν απίστευτο να βρούμε ακόμα να κρέμονται στη θέση τους τις πλούσιες με ασήμι και επίχρυσες εικόνες τριγυρισμένες από μαραμένα λουλούδια. Έξω βρίσκεται σε κατάσταση σήψης με μυρωδιά που προκαλεί ναυτία ένα χοιρινό σφάγιο που κάηκε στον κοντινό στάβλο.
ΗΠΙΑΜΕ ΣΤΗΝ ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ
Από την εκκλησία ο ρασοφόρος καλόγερος με πήγε σε ένα σωρό από χαλίκια, τριγυρισμένο από κατάλοιπα από σπασμένες πέτρες, απομεινάρια από ότι αποτελούσαν πριν τέσσερις τοίχους, και τότε, στήνοντας στη μέση του τα κατάλοιπα μιας ξύλινης καρέκλας μ’έβαλε να καθίσω και ανασύροντας μια μικρή μποτίλια ρακί και μια ξύλινη κούπα σαν μεγάλη δαχτυλήθρα από την τσέπη του, είπε, με πλήρη συναίσθηση της δραματικής στιγμής αλλά όχι χωρίς αξιοπρέπεια, μ’ένα τόνο που ήταν ταυτόχρονα σοβαρός και κεφάτος :
-Λοιπόν, κύριε Αλέξη, πάντα έλεγα ότι κάποια μέρα θα σε καλωσόριζα στο σπίτι μου. Όπως βλέπεις δεν έμειναν πολλά αλλά μπορούμε τουλάχιστον να σου προσφέρουμε ένα ποτήρι.
Χαμογελάσαμε ο ένας στον άλλο και ήπιαμε στην ελευθερία, τη νίκη και στην τιμή του σπιτιού. Σύντομα μας περιτριγύρισαν μια μικρή ομάδα από πρώτες, δεύτερες και τρίτες εξαδέλφες του ρασοφόρου καλόγερου κι ένα κοπάδι από εγγόνια που με κάποιο τρόπο ξεπήδησαν οπό τα χαλάσματα. Καλή λευτεριά ψιθύρισαν καθώς αδειάζαμε τα ποτήρια μας…
OΙ EΠΤA ΛEΞΕΙΣ
Η τραγική εικόνα ενός ερειπωμένου χωριού, όπου οι ίδιοι οι κάτοικοί του δεν μπορούν να διακρίνουν τους δρόμους και δυσκολεύονταν ακόμα να εντοπίσουν που βρισκόταν το ίδιο τους το σπίτι, κάποιοι γκρεμισμένοι τοίχοι, μια μισοσπασμένη καρέκλα, ένα μπουκάλι ρακί και ένα ποτήρι σαν δαχτυλήθρα.
Αυτό είναι το σκηνικό.
Και μια φωνή βγαλμένη από το στόμα του Ανωγειανού Παπαγιάννη, μοναδικού ιερέα αλεξιπτωτιστή στον κόσμο:
-Καλώς όρισες στο σπιτικό μου κύριε Αλέξη!
Αυτές οι εφτά λέξεις είναι το κείμενο της σκηνής.
Από τον Παπαγιάννη ειπώθηκαν σιγανά, με σεβασμό και αξιοπρέπεια προς τον καλεσμένο του Άγγλο αξιωματικό.
Κι όμως υψώθηκαν πάνω από τα Ανώγεια, απλώθηκαν σε όλες τις γειτονιές και τα σοκάκια του χωριού, και είχαν τόση ένταση, που εγώ ομολογώ, όταν διάβασα για πρώτη φορά το μεταφρασμένο κείμενο, άπλωσα τα χέρια και έκλεισα τα αυτιά μου.

Η πρώτη μαρτυρία – περιγραφή
από έναν Αγγλο λοχαγό και
τον παπά – Γιάννη Σκουλά,
λίγο μετά την ισοπέδωση
των Ανωγείων από τους Γερμανούς

Tο σπίτι του Eμμανουήλ Σκουλά - Pωμανού στο Περαχώρι 61 χρόνια μετά το κάψιμο του χωριού τα ερείπια παραμένουν στην ίδια θέση για να θυμίζουν σε μας...

ΠΕΤΟΠΟΥΛΙΟΣ ΣΚΟΥΛΑΣ Ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο...

ΠΕΤΟΠΟΥΛΙΟΣ ΣΚΟΥΛΑΣ

Ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο...

Στο έργο του I . Μουρέλου «Ιστορία της Κρήτης» (σελ.763) είναι γραμμένες οι ακόλουθες λίγες λιτές γραμμές «Αρχές Ιουνίου 1944 πάνω στα τείχη (γήπεδο Εργοτέλη) ήταν συγκεντρωμένοι 250 πατριώτες Κρητικ o ί. Γράφει ο Νικ. Πετρουλάκης (συνεχίζει ο Μουρέλος) «...εμείς ξέραμε καλά πως ένα βαπόρι στο λιμάνι τους περίμενε και πως το βαπόρι αυτό δεν επρόκειτο ποτέ να φθάσει σ' άλλο λιμάνι».

«...Στις 7-6-1944 το με Γερμανική σημαία πλοίο ΔΑΝΑΗ βυθίστηκε από τους Γερμανούς έξω από τη Σαντορίνη, παίρνοντας η θάλασσα στην υγρή αγκαλιά της 350 Ελληνοεβραίους και 250 Κρητικούς πατριώτες». Ανάμεσα στους τελευταίους ήσαν και 6 Σκουλάδες που είναι οι επόμενοι: Σκουλάς Χαράλαμπος του Ιωάννη (Πετοπούλιου), Σκουλάς Μύρων του Γεωργίου (Παπά), Σκουλάς Χαράλαμπος του Γεωργίου (Παπά), Σκουλάς Κων/νος του Ιωάννη (Ασκούτση), Σκουλάς Σόλων του Μιλτιάδη και Σκουλάς Ευάγγελος του Κων/νου (Κιτσοβαγγέλης). Στην δραματική αυτή ιστορία υπάρχει ένα τραγικότατο συμβάν, που αναδεικνύει ένα τραγικό πατέρα και την γονική προσπάθεια και αγωνία του να σώσει τον μοναχογιό του, προστάτη και αποκούμπι για τον ίδιο και τις επτά θυγατέρες του.

Ο Ιωάννης Σκουλάς (Πετοπούλιος), υπήρξε συμπολεμιστής στην Μικρασία του Τζουλιά του Νικόλα, περιβόητου συνεργάτη των Γερμανών και εκτίμησε ότι μια προσπάθεια διάσωσης του γιου του προς τον Τζουλιαδονικόλα, γνωστό του από την Μικρασιατική εκστρατεία, ίσως να έφερνε το ποθητό αποτέλεσμα.

Αλίμονο όμως, ο Τζουλιάς προκειμένου να αφήσει ελεύθερο τον Χαραλάμπη και τους άλλους (5) Σκουλάδες αξίωσε από τον Πετοπούλιο ή να προσκομίσει στους Γερμανούς κομμένη την κεφαλή του Παπαγιάννη Σκουλά, στενού συγγενή του και πρωτεργάτη της Εθνικής Αντίστασης ή να «γράψει» τον γιο του Χαραλάμπη, στο νεοσχηματισμένο τάγμα του αρχηγού της Γερμανικής αντικατασκοπίας Σούμπερτ, μονάδα που φορούσε στολές της Βέρμαχτ, που οι Κρητικοί είχαν δώσει στα μέλη της το παρατσούκλι «οι Σουμπερίτες», που αποδείχθησαν οι χειρότεροι διώκτες των πατριωτών, αφού, ανάμεσα σ' άλλα κακουργήματα που διέπραξαν, κατέστρεψαν το Ροδάκινο, τον Καλλικράτη και τη Καλή Συκιά, όπου γριές κάηκαν ζωντανές στα σπίτια τους και εκτελέστηκαν τριάντα πατριώτες στον Καλλικράτη.

Ήταν η ώρα της δοκιμασίας του Ιωάννη Σκουλά (Πετοπούλιου).

Στιγμή δύσκολη, στιγμή τραγική, στιγμή βαθιά ανθρώπινη και πατρική.

Μπαίνει στο μοιραίο διαλεγώνα ζωής ή θανάτου, ντροπής ή τιμής.

Στη ζυγαριά της συνείδησης του Πετοπούλιου μπήκαν δυο μεγάλες έννοιες, δυο μεγάλες αξίες.

Η σωτηρία του μονάκριβου γιο, από τη μια και από την άλλη, η κοινή τιμή πατέρα και γιου και το χρέος τους απέναντι στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την πανάκριβη λευτεριά και την πολυματωμένη γενιά μας.

Στάθηκε ορθός γερά στα δυο του πόδια.

Μεγάλωσε το μπόι του ανθρώπου και είπε το μεγάλο "όχι στον χάρο που τον λέγανε Τζουλιαδονικόλα λέγοντας του:

«Αυτά δεν γίνονται. Αστον έκεια πούναι και άμα θες άμε να πάρεις και τσοι επτά θυγατέρες να πάνε όλοι μαζί».

Ο Πετοπούλιος δεν έχασε τον Χαραλάμπη του.

Τον κράτησε ζωντανό στη ζεστή και αρχοντική καρδιά του.

Και έτσι ζωντανό τον παρέδωσε στην ιστορία και στη μνήμη μας