Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2008

«Ούτε ένα σπίτι δεν ήταν όρθιο»...

Ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο


«Ούτε ένα σπίτι δεν ήταν όρθιο»...

«Όταν δέκα μέρες μετά την αποχώρησή τους ο ρασοφόρος καλόγερος με οδήγησε με ήρεμη υπερηφάνεια ανάμεσα στα χαλάσματα, ούτε ένα σπίτι δεν ήταν όρθιο. Οι Γερμανοί είχαν αφήσει τις τρεις εκκλησίες, αλλά ο δρόμος μας ήταν μπλοκαρισμένος σε κάθε βήμα μας από σωρούς από πέτρες και σπασμένα κεραμίδια»…

Του Γιώργη Καλογεράκη

Ο Λοχαγός Σάντυ Ρέντελ ή Αλέξης έφτασε στην Κρήτη με σκάφος στις 7 Σεπτεμβρίου 1943. Είχε οριστεί από το Συμμαχικό στρατηγείο υπεύθυνος αξιωματικός για τον Νομό Λασιθίου. Μαζί του ταξίδευε την ίδια νύχτα της 7ης Σεπτεμβρίου 1943 και ο Ανωγειανός Παπαγιάννης Σκουλάς, επιστρέφοντας κι αυτός για την Κρήτη, μετά την εκπαίδευσή του σαν κομάντος αλεξιπτωτιστής, (μοναδικός ιερέας αλεξιπτωτιστής στον κόσμο), και που οι σύμμαχοι τον ονόμαζαν ιπτάμενο παπά (FRIAR TUCK).
Ο Σάντυ Ρέντελ ή Αλέξης έμεινε στην Κρήτη μέχρι την απελευθέρωση. Κατόπιν εξέδωσε ένα βιβλίο με τις εμπειρίες του κατά την διάρκεια της παραμονής του στο νησί με τίτλο : «Appointment in Crete», που στα Ελληνικά μεταφράζεται «Ραντεβού στην Κρήτη».

Appointment In Crete. The Story Of A British Agent

Στο βιβλίο του και στις σελίδες 209-210 ο Σάντυ Ρέντελ περιγράφει με ένα μοναδικό τρόπο την είσοδό του στα Ανώγεια, μαζί με τον Παπαγιάννη Σκουλά. Η περιγραφή των ερειπίων, των πυρπολημένων σπιτιών καθώς και ο διάλογός του με τον Παπαγιάννη, συγκλονίζουν τον αναγνώστη.
…τη δεύτερη μέρα ήρθε μαζί μας ο παλιός μου φίλος από τις μέρες της εκπαίδευσης στα αλεξίπτωτα, ο ρασοφόρος καλόγερος (FRIAR TUCK), ο ιπτάμενος παπάς. Ήταν κάτι παραπάνω από ένα χρόνο από τότε που εκπαιδευόμαστε μαζί στη Χάιφα, αλλά φαινόταν, αναπολώντας τις παλιές περιπλανήσεις μας από τότε, σαν να είχαμε ζήσει μια ολόκληρη ζωή στην Κρήτη. Και για το ρασοφόρο καλόγερο τουλάχιστον ολόκληρη η πορεία της ζωής είχε βίαια αλλάξει. Ήταν πρεσβύτερος στα Ανώγεια, ένα από τα μεγαλύτερα και πιο ευημερούντα χωριά του νησιού. Οι τέσσερις χιλιάδες κάτοικοί του ήταν φημισμένοι για τα ωραία χαλιά που ύφαιναν από το μαλλί των κοπαδιών τους στο όρος Ίδη, αλλά οι Γερμανοί ήξεραν ότι οι Ανωγειανοί μας βοηθούσαν. Ίσως είχαν το φόβο ότι οι Ανωγειανοί θα πυροβολούσαν τα οχήματά τους καθώς θα εγκατέλειπαν το Ηράκλειο δυτικά προς το Ρέθυμνο δια μέσου των λόφων. Έτσι ή αλλιώς μερικές εβδομάδες νωρίτερα τα Ανώγεια είχαν τελείως καταστραφεί.
ΣΤΑ ΧΑΛΑΣΜΑΤΑ
Είναι δύσκολο για οποιονδήποτε που δεν το είδε να φανταστεί τη σκηνή της ηθελημένης εκτεταμένης καταστροφής. Οι Γερμανοί είχαν περικυκλώσει το χωριό αλλά οι περισσότεροι από τους άνδρες κοιμόταν τελευταία έξω από φόβο ξαφνικής επίθεσης κι έτσι ξέφυγαν. Οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν. Οι γυναίκες και τα παιδιά οδηγήθηκαν τότε στην πλαγιά του λόφου και άρχισε το έργο της κατεδάφισης. Αναφέρονταν ότι όσοι ήταν κατάκοιτοι κάηκαν ή ανατινάχτηκαν μέσα στα σπίτια. Πάντως μια ομάδα μηχανικών έμεινε στο χωριό για ένα δεκαπενθήμερο ανατινάζοντας μεθοδικά ή πυρπολώντας κάθε κατοικία.
Όταν δέκα μέρες μετά την αποχώρησή τους ο ρασοφόρος καλόγερος με οδήγησε με ήρεμη υπερηφάνεια ανάμεσα στα χαλάσματα ούτε ένα σπίτι δεν ήταν όρθιο. Οι Γερμανοί είχαν αφήσει τις τρεις εκκλησίες, αλλά ο δρόμος μας ήταν μπλοκαρισμένος σε κάθε βήμα μας από σωρούς από πέτρες και σπασμένα κεραμίδια ή κομμάτια από πιθάρια στα οποία αποθηκεύονταν το λάδι και το κρασί του χωριού. Στο δυσδιάκριτο πέρασμα των δρόμων του χωριού προχωρήσαμε πρώτα στην εκκλησία του ρασοφόρου Καλόγερου, τη μεγαλύτερη από τις τρεις. Ήταν απίστευτο να βρούμε ακόμα να κρέμονται στη θέση τους τις πλούσιες με ασήμι και επίχρυσες εικόνες τριγυρισμένες από μαραμένα λουλούδια. Έξω βρίσκεται σε κατάσταση σήψης με μυρωδιά που προκαλεί ναυτία ένα χοιρινό σφάγιο που κάηκε στον κοντινό στάβλο.
ΗΠΙΑΜΕ ΣΤΗΝ ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ
Από την εκκλησία ο ρασοφόρος καλόγερος με πήγε σε ένα σωρό από χαλίκια, τριγυρισμένο από κατάλοιπα από σπασμένες πέτρες, απομεινάρια από ότι αποτελούσαν πριν τέσσερις τοίχους, και τότε, στήνοντας στη μέση του τα κατάλοιπα μιας ξύλινης καρέκλας μ’έβαλε να καθίσω και ανασύροντας μια μικρή μποτίλια ρακί και μια ξύλινη κούπα σαν μεγάλη δαχτυλήθρα από την τσέπη του, είπε, με πλήρη συναίσθηση της δραματικής στιγμής αλλά όχι χωρίς αξιοπρέπεια, μ’ένα τόνο που ήταν ταυτόχρονα σοβαρός και κεφάτος :
-Λοιπόν, κύριε Αλέξη, πάντα έλεγα ότι κάποια μέρα θα σε καλωσόριζα στο σπίτι μου. Όπως βλέπεις δεν έμειναν πολλά αλλά μπορούμε τουλάχιστον να σου προσφέρουμε ένα ποτήρι.
Χαμογελάσαμε ο ένας στον άλλο και ήπιαμε στην ελευθερία, τη νίκη και στην τιμή του σπιτιού. Σύντομα μας περιτριγύρισαν μια μικρή ομάδα από πρώτες, δεύτερες και τρίτες εξαδέλφες του ρασοφόρου καλόγερου κι ένα κοπάδι από εγγόνια που με κάποιο τρόπο ξεπήδησαν οπό τα χαλάσματα. Καλή λευτεριά ψιθύρισαν καθώς αδειάζαμε τα ποτήρια μας…
OΙ EΠΤA ΛEΞΕΙΣ
Η τραγική εικόνα ενός ερειπωμένου χωριού, όπου οι ίδιοι οι κάτοικοί του δεν μπορούν να διακρίνουν τους δρόμους και δυσκολεύονταν ακόμα να εντοπίσουν που βρισκόταν το ίδιο τους το σπίτι, κάποιοι γκρεμισμένοι τοίχοι, μια μισοσπασμένη καρέκλα, ένα μπουκάλι ρακί και ένα ποτήρι σαν δαχτυλήθρα.
Αυτό είναι το σκηνικό.
Και μια φωνή βγαλμένη από το στόμα του Ανωγειανού Παπαγιάννη, μοναδικού ιερέα αλεξιπτωτιστή στον κόσμο:
-Καλώς όρισες στο σπιτικό μου κύριε Αλέξη!
Αυτές οι εφτά λέξεις είναι το κείμενο της σκηνής.
Από τον Παπαγιάννη ειπώθηκαν σιγανά, με σεβασμό και αξιοπρέπεια προς τον καλεσμένο του Άγγλο αξιωματικό.
Κι όμως υψώθηκαν πάνω από τα Ανώγεια, απλώθηκαν σε όλες τις γειτονιές και τα σοκάκια του χωριού, και είχαν τόση ένταση, που εγώ ομολογώ, όταν διάβασα για πρώτη φορά το μεταφρασμένο κείμενο, άπλωσα τα χέρια και έκλεισα τα αυτιά μου.

Η πρώτη μαρτυρία – περιγραφή
από έναν Αγγλο λοχαγό και
τον παπά – Γιάννη Σκουλά,
λίγο μετά την ισοπέδωση
των Ανωγείων από τους Γερμανούς

Tο σπίτι του Eμμανουήλ Σκουλά - Pωμανού στο Περαχώρι 61 χρόνια μετά το κάψιμο του χωριού τα ερείπια παραμένουν στην ίδια θέση για να θυμίζουν σε μας...

Δεν υπάρχουν σχόλια: